overstuffed: επίθετο
biography: ουσιαστικό
overstuffed: /ˌoʊ.vərˈstʌft/
biography: /baɪˈɑː.ɡrə.fi/
overstuffed: υπερβολικά γεμάτος, υπερφορτωμένος
biography: βιογραφία
overstuffed biography αναφέρεται σε μια βιογραφία που περιέχει πάρα πολλές λεπτομέρειες, γεγονότα και πληροφορίες, με αποτέλεσμα να φαίνεται «φορτωμένη» ή «υπερβολική». Στη γλώσσα των Αγγλικών, ένας τέτοιος όρος συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια βιογραφία που παραλείπει τη συνοπτικότητα και τη σαφήνεια υπέρ της υπερβολικής πληροφορίας.
Χρησιμοποιείται: Οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται κυρίως στο γραπτό πλαίσιο, ιδιαίτερα σε ακαδημαϊκά και λογοτεχνικά κείμενα όπου αναλύονται βιογραφίες.
Η υπερφορτωμένη βιογραφία του συγγραφέα έκανε δύσκολη την παρακολούθηση των κύριων γεγονότων της ζωής του υπόκειμένου.
Readers often prefer concise biographies rather than overstuffed narratives.
Οι αναγνώστες προτιμούν συχνά συνοπτικές βιογραφίες αντί για υπερφορτωμένες αφηγήσεις.
Despite the overstuffed biography, some interesting facts managed to shine through.
Η φράση «overstuffed biography» δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορούμε να εκφράσουμε την έννοια της υπερβολής και του «γεμίσματος» σε άλλες περιπτώσεις:
Μη δαγκώσεις περισσότερο απ' ό,τι μπορείς να μασήσεις, αλλιώς η βιογραφία σου μπορεί να καταλήξει υπερφορτωμένη με περιττές λεπτομέρειες.
His overstuffed biography reads like a laundry list of achievements.
overstuffed: Το «over» σημαίνει «πάνω» ή «υπερβολικά», και το «stuffed» προέρχεται από το ρήμα «to stuff» (να γεμίσει, να φορτώσει).
biography: Προέρχεται από τα ελληνικά «βίος» (ζωή) και «γραφή» (γραφή, καταγραφή), που σημαίνει «καταγραφή της ζωής» ενός ατόμου.
Συνώνυμα για overstuffed: overloaded, cluttered, packed
Αντώνυμα για overstuffed: concise, simple, streamlined
Συνώνυμα για biography: life story, profile, memoir
Αντώνυμα για biography: fiction, non-biographical work