Η φράση "paid days off" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/pɛɪd deɪz ɔf/
Η φράση "paid days off" αναφέρεται σε μέρες κατά τις οποίες οι εργαζόμενοι απουσιάζουν από την εργασία τους, αλλά λαμβάνουν πλήρη μισθό. Αυτές οι μέρες μπορεί να περιλαμβάνουν άδειες για διακοπές, ασθένεια ή άλλους λόγους όπως το οικογενειακό ή προσωπικό ζήτημα.
Η χρήση της φράσης είναι συχνή ιδιαίτερα στον τομέα της επιχειρηματικότητας και των ανθρώπινων πόρων, όπου οι διατάξεις για πληρωμένες άδειες είναι σημαντικές για την διαχείριση του προσωπικού. Είναι πιο συνηθισμένη στη γραπτή επικοινωνία, αλλά χρησιμοποιείται και σε προφορικό λόγο.
Οι υπάλληλοι δικαιούνται πληρωμένες μέρες άδειας κάθε χρόνο.
The company offers flexible schedules and additional paid days off for employees.
Η φράση "paid days off" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις στον επαγγελματικό χώρο:
"Φρόντισε να εκμεταλλευτείς τις πληρωμένες μέρες άδειας πριν λήξουν."
"She took paid days off to recharge after a busy project."
"Πήρε πληρωμένες μέρες άδειας για να ανανεωθεί μετά από ένα πολυάσχολο έργο."
"Many employees value the benefits of paid days off in their contracts."
Η φράση "paid days off" προέρχεται από το αγγλικό ρήμα "pay", που σημαίνει "πληρώνω", και τις λέξεις "day" (ημέρα) και "off" (άδεια/εκτός). Η σύνθεση αυτή αναφέρεται σε συγκεκριμένες ημέρες που παρέχονται από τον εργοδότη ως υπηρεσία στους υπαλλήλους.
paid leave
Αντώνυμα: