Το "pantalettes" είναι ουσιαστικό.
/pæn.təˈlɛts/
Ο όρος "pantalettes" αναφέρεται σε ένα είδος ρούχου, παραδοσιακά μια μορφή εσώρουχων ή κολάν που φτάνουν μέχρι τους αστραγάλους, συνήθως φτιαγμένα από λεπτό ύφασμα. Χρησιμοποιούνταν κυρίως από γυναίκες κατά τον 19ο αιώνα και ήταν δημοφιλή σε πολλές ευρωπαϊκές και αμερικανικές κουλτούρες. Η χρήση της λέξης δεν είναι πολύ συχνή στη σύγχρονη γλώσσα, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε ιστορικά ή λογοτεχνικά κείμενα.
Το "pantalettes" χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτό πλαίσιο, κυρίως σε κείμενα που αναφέρονται σε ιστορικές ή παλαιότερες μόδες.
She wore lovely pantalettes under her long dress.
Φόρεσε υπέροχα παντελονάκια κάτω από το μακρύ φόρεμά της.
The old photograph featured women in pantalettes enjoying a picnic.
Η παλιά φωτογραφία παρουσίαζε γυναίκες με παντελονάκια να απολαμβάνουν πικνίκ.
Ο όρος "pantalettes" δεν είναι ιδιαίτερα κοινός σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλους όρους για να περιγράψει ιστορικές συνθήκες μόδας:
"Her wardrobe included lavish skirts and delicate pantalettes."
Η ντουλάπα της περιλάμβανε πολυτελή φούστες και λεπτά παντελονάκια.
"Victorian women often wore pantalettes for modesty beneath their gowns."
Οι γυναίκες της Βικτωριανής εποχής φορούσαν συχνά παντελονάκια για λόγους σεμνότητας κάτω από τα φορέματά τους.
Η λέξη "pantalettes" προέρχεται από το "pantalon", που αναφέρεται σε παντελόνι, και προστίθεται η κατάληξη -ettes, που υποδηλώνει μικρότερες ή υποδεέστερες μορφές.
Συνώνυμα: - bloomers (παρόμοιο ύφος εσωρούχου) - drawers
Αντώνυμα: - skirts ( φούστες ) - dresses ( φορέματα )
Αυτό το λεξιλόγιο προσφέρει μια σπάνια γεύση από τη μόδα και τα υποδήματα του προηγούμενου αιώνα, και οι "pantalettes" παραμένουν ένα ενδιαφέρον κομμάτι της ιστορίας της ένδυσης.