Φράση (ιατρικός όρος)
/pæpɪˌlɛrɪ muːsəl ˈrʌptʃər/
Η "ρήξη θηλώδους μυός" αναφέρεται σε μια ιατρική κατάσταση κατά την οποία οι θηλώδεις μύες, οι οποίοι είναι μύες που ελέγχουν τις βαλβίδες της καρδιάς, παθαίνουν ρήξη. Αυτή η κατάσταση μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένης της καρδιογεννούς καταπληξίας, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε ανεπάρκεια των βαλβίδων της καρδιάς.
Η συχνότητα χρήσης της συγκεκριμένης φράσης είναι σχετικά περιορισμένη και συναντάται κυρίως σε ιατρικά κείμενα και περιβάλλοντα. Χρησιμοποιείται περισσότερο στον γραπτό λόγο παρά στον προφορικό λόγο.
Ο ασθενής διαγνώστηκε με ρήξη θηλώδους μυός αφού υπέστη σοβαρό πόνο στο στήθος.
Papillary muscle rupture can lead to sudden heart failure if not treated promptly.
Η ρήξη θηλώδους μυός μπορεί να οδηγήσει σε ξαφνική καρδιογενή ανεπάρκεια εάν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα.
Doctors must be vigilant for signs of papillary muscle rupture in patients with myocardial infarction.
Η φράση "papillary muscle rupture" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να είναι μέρος πιο γενικών ιατρικών συζητήσεων. Ακολουθούν μερικές σχετικές ιατρικές φράσεις:
Μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου, ο κίνδυνος ρήξης θηλώδους μυός αυξάνεται σημαντικά.
Treatment for papillary muscle rupture often requires urgent surgical intervention.
Η θεραπεία για ρήξη θηλώδους μυός συχνά απαιτεί επείγουσα χειρουργική παρέμβαση.
Monitoring for papillary muscle rupture is critical in post-operative cardiac patients.
Η φράση "papillary muscle rupture" προέρχεται από την λατινική λέξη "papilla", που σημαίνει "θηλή", αναφερόμενη στο σχήμα των μυών που μοιάζουν με θηλές και τη λέξη "muscle", που σημαίνει "μυς". Η λέξη "rupture" προέρχεται από το λατινικό "rumpere," που σημαίνει "σπάω".
Συνώνυμα: - papillary muscle tear (ρήξη θηλώδους μυός)
Αντώνυμα: - papillary muscle integrity (ακεραιότητα θηλώδους μυός)
Ο όρος περιγράφει μια καταστάση που σχετίζεται με καρδιολογικά προβλήματα και δεν έχει συγκεκριμένα αντίθετα, καθώς συνήθως αναφέρεται σε ένα κλινικό γεγονός.