Η λέξη "parafacial" είναι επίθετο.
/ˌpærəˈfeɪʃəl/
Η λέξη "parafacial" αναφέρεται σε οτιδήποτε που είναι εν μέρει ή σχετίζεται με την περιοχή που βρίσκεται κοντά στο πρόσωπο (face). Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά ή ανατομικά συμφραζόμενα, προκειμένου να περιγράψει δομές ή περιοχές που βρίσκονται κοντά στο πρόσωπο, αλλά δεν αποτελούν το κεντρικό τμήμα του.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Η λέξη χρησιμοποιείται πιο συχνά σε επιστημονικά ή ιατρικά κείμενα.
Συχνότητα χρήσης: Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, κυρίως στην ιατρική ή ανατομική βιβλιογραφία.
Ο γιατρός εξέτασε την παραφασιακή περιοχή για οποιαδήποτε σημάδια λοίμωξης.
Parafacial structures play a crucial role in facial nerve function.
Οι παραφασιακές δομές παίζουν καθοριστικό ρόλο στη λειτουργία του κρανιακού νεύρου.
Research on parafacial anatomy helps in better surgical techniques.
Η λέξη "parafacial" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, καθώς έχει ένα πολύ συγκεκριμένο και τεχνικό νόημα.
Η λέξη "parafacial" προέρχεται από την αγγλική πρόθεση "para-" που σημαίνει "πλησίον" ή "κοντά", και τη λέξη "facial" που σχετίζεται με το πρόσωπο.