paragrippal croup: Ουσιαστικό (noun).
/ˌpærəˈɡrɪpəl kruːp/
Paragrippal croup αναφέρεται σε μια μορφή λοίμωξης του αναπνευστικού συστήματος που επηρεάζει κυρίως τα παιδιά. Χαρακτηρίζεται από φλεγμονή του λαιμού, του λαρυγγιού και της τραχείας, προκαλώντας δυσκολία στην αναπνοή και χαρακτηριστικό βήχα "σαν να γαβγίζει". Είναι συχνά αποτέλεσμα του ιού της γρίπης (influenza).
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά και συχνότητα: Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά κείμενα ή σε κλινικές καταστάσεις. Είναι πιο κοινή στον γραπτό λόγο, ειδικά σε περιεχόμενο που σχετίζεται με την παιδιατρική ιατρική.
Το χειμώνα, οι περιπτώσεις παραγριππικού λαιμού τείνουν να αυξάνονται.
Children with paragrippal croup often experience a barking cough.
Δεν υπάρχουν πολλές κοινές ιδιωματικές φράσεις που να περιλαμβάνουν τη λέξη paragrippal croup, αλλά μπορούμε να αναφέρουμε ότι χρησιμοποιείται σε πολλές καταστάσεις σχετικές με την υγεία:
Ένα παιδί με παραγριππικό λαιμό χρειάζεται άμεση προσοχή για να αποτραπεί η δυσκολία στην αναπνοή.
During flu season, paragrippal croup can be a common diagnosis among pediatric patients.
Κατά την περίοδο της γρίπης, το παραγριππικό λαιμό μπορεί να είναι μια κοινή διάγνωση μεταξύ των παιδιατρικών ασθενών.
Medical professionals advise parents to watch for signs of paragrippal croup when their child has a cold.
Η λέξη paragrippal προέρχεται από το "para" (πέρα από) και "grip" (γρίπη), υποδηλώνοντας ότι αφορά λοίμωξη που σχετίζεται με τις ιώσεις της γρίπης. Η λέξη croup προέρχεται από την παλαιά σκανδιναβική λέξη “krupp”, που σημαίνει “χώρος γύρω από τον λαιμό”.
Συνώνυμα - Viral croup - Laryngotracheobronchitis
Αντώνυμα - Healthy throat - Unobstructed airway
Καθώς η ιατρική γλώσσα μπορεί να απαιτεί σπουδαία προσοχή, φροντίστε να συμβουλευτείτε έναν επαγγελματία υγείας για οποιοδήποτε ανησυχητικό σύμπτωμα ή κατάσταση που μπορεί σχετίζεται με τον παραγριππικό λαιμό.