paranoiac - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

paranoiac (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Επίθετο και ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

/pærəˈnɔɪ.ək/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη "paranoiac" αναφέρεται σε ένα άτομο που παρουσιάζει ή είναι επιρρεπές σε παράνοια, δηλαδή σε υπερβολικές και εκτός πραγματικότητας σκέψεις και συμπεριφορές που σχετίζονται με καταδιωκτικές ή παράλογες φοβίες. Συνήθως χρησιμοποιείται στον ψυχολογικό τομέα.

Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Εμφανίζεται συχνά σε ψυχιατρικά ή ψυχολογικά κείμενα. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτό λόγο παρά στον προφορικό, ειδικά σε ακαδημαϊκά ή κλινικά συμφραζόμενα.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. He has been acting paranoid ever since he lost his job.
    Αυτή η πρόταση σημαίνει ότι συμπεριφέρεται παράνοια από τότε που έχασε τη δουλειά του.

  2. The paranoiac thoughts kept him from sleeping at night.
    Αυτή η πρόταση υποδηλώνει ότι οι παρανοϊκές σκέψεις τον εμπόδιζαν να κοιμηθεί τη νύχτα.

  3. She is often seen as a paranoiac by her friends, as she suspects everyone around her.
    Αυτή η πρόταση δείχνει ότι συχνά θεωρείται παράνοια από τους φίλους της, καθώς υποψιάζεται τους πάντες γύρω της.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "paranoiac" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορούμε να περιγράψουμε κάποιες σχετικές εκφράσεις που θίγουν την έννοια της παράνοιας.

  1. "Living in a paranoid world"
    (Ζώντας σε έναν παράνοια κόσμο) - αναφέρεται σε μια κατάσταση όπου οι άνθρωποι είναι συνεχώς επιφυλακτικοί και καχύποπτοι ως προς τους άλλους.

  2. "Paranoiac delusions"
    (Παρανοϊκές παραισθήσεις) - αναφέρεται σε ψευδαισθήσεις ή λάθος πεποιθήσεις που οφείλονται στην παράνοια.

  3. "A paranoid mind can create its own demons."
    (Ένας παράνοια νους μπορεί να δημιουργήσει τους δικούς του δαίμονες.) - υποδηλώνει ότι η παράνοια μπορεί να οδηγήσει σε αυταπάτες ή ανεξέλεγκτους φόβους.

  4. "His paranoiac tendencies often lead him to misinterpret people's intentions."
    (Οι παρανοϊκές τάσεις του συχνά τον οδηγούν να παρανοήσει τις προθέσεις των ανθρώπων.) - δείχνει πώς η παράνοια μπορεί να επηρεάσει την αντίληψη.

Ετυμολογία

Η λέξη "paranoiac" προέρχεται από την ελληνική λέξη "παράνοια", η οποία είναι σύνθετη από το "παρά" (εκτός) και "νοῦς" (νούς, μυαλό). Χρησιμοποιήθηκε αρχικά στον ψυχιατρικό χώρο για να περιγράψει μια κατάσταση που σχετίζεται με παραληρητικές ιδέες.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Delusional (παραισθητικός) - Distrustful (καχύποπτος) - Suspicious (ύποπτος)

Αντώνυμα: - Trusting (εμπιστευόμενος) - Rational (ορθολογικός) - Sane (υγιής)



25-07-2024