Επίθετο
/pærəˈpoʊlər/
Η λέξη "parapolar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που σχετίζεται με ή βρίσκεται κοντά στους πόλους ενός ηλεκτρομαγνητικού πεδίου ή μιας δομής. Στον τομέα της φυσικής, η λέξη αναφέρεται χαρακτηριστικά σε φαινόμενα ή χαρακτηριστικά που αποκαλύπτονται κοντά στις πόλοι.
Η λέξη "parapolar" είναι πιο συχνή σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα, όπως αναφορές και μελέτες που σχετίζονται με την φυσική, την ηλεκτροτεχνία και την κβαντομηχανική. Δεν είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να συναντηθεί σε ακαδημαϊκά και επαγγελματικά περιβάλλοντα.
Οι παραπολικές συντεταγμένες χρησιμοποιούνται για να απεικονίσουν τις ηλεκτρομαγνητικές ιδιότητες του συστήματος.
In the study of magnetic fields, parapolar areas present unique phenomena.
Στη μελέτη των μαγνητικών πεδίων, οι παραπολικές περιοχές παρουσιάζουν μοναδικά φαινόμενα.
Understanding parapolar relationships can help in designing better antennas.
Η λέξη "parapolar" δεν έχει ευρέως αναγνωρισμένες ιδιωματικές εκφράσεις και σπάνια χρησιμοποιείται σε καθημερινές φράσεις, εφόσον πρόκειται για εξειδικευμένο επιστημονικό όρο.
Η λέξη προέρχεται από την ελληνική πρόθεση "παρά" που σημαίνει "πλησίον" ή "στα όρια" και τη λέξη "πόλος" που προέρχεται από το ελληνικό "πόλος", αναφερόμενη στους πόλους της Γης ή ηλεκτρομαγνητικών πεδίων.
Η "parapolar" είναι ένα εκφραστικό επίθετο με επαγγελματική χρήση και σημασία, κυρίως σε τεχνικούς και επιστημονικούς τομείς.