parasitical - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

parasitical (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Parasitical είναι ένα επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /ˌpær.əˈsɪt.ɪ.kəl/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη parasitical αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται με παρασιτισμό, δηλαδή μια κατάσταση όπου ένας οργανισμός (ο παράσιτος) ζει εις βάρος ενός άλλου οργανισμού (του ξενιστή), συνήθως αποφέροντάς του ζημιά. Στη γλώσσα των Αγγλικών, χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά και οικολογικά συμφραζόμενα, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά για να περιγράψει ανθρώπινες συμπεριφορές ή καταστάσεις. Η χρήση της είναι συχνή και στις δύο προφορικές και γραπτές μορφές λόγου.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The parasitical relationship between the host and the parasite often leads to the host's decline in health.
  2. Η παρασιτική σχέση μεταξύ του ξενιστή και του παρασίτου συχνά οδηγεί σε μείωση της υγείας του ξενιστή.

  3. Some parasitical organisms can live in the bodies of their hosts for years without causing immediate harm.

  4. Ορισμένα παρασιτικά οργανίδια μπορούν να ζουν στους οργανισμούς των ξενιστών τους για χρόνια χωρίς να προκαλούν άμεση βλάβη.

  5. The author used a parasitical metaphor to describe his protagonist's reliance on others for survival.

  6. Ο συγγραφέας χρησιμοποίησε μια παρασιτική μεταφορά για να περιγράψει την εξάρτηση του πρωταγωνιστή του από άλλους για την επιβίωση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη parasitical δεν είναι ευρέως παρούσα σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φράσεις που αναφέρονται στον παρασιτισμό ή τις εξαρτήσεις που είναι καταστροφικές ή εκμεταλλευτικές.

  1. He's been living a parasitical lifestyle, relying on his friends for financial support.
  2. Ζει έναν παρασιτικό τρόπο ζωής, εξαρτώμενος από τους φίλους του για οικονομική υποστήριξη.

  3. The corporation’s parasitical practices eventually led to its downfall, as it exploited its workers without care.

  4. Οι παρασιτικές πρακτικές της εταιρείας οδήγησαν τελικά στην πτώση της, καθώς εκμεταλλεύτηκε τους εργαζομένους της χωρίς φροντίδα.

  5. In her speech, she referred to those who benefit from others as having a parasitical mentality.

  6. Στην ομιλία της, αναφέρθηκε σε εκείνους που ωφελούνται από άλλους χαρακτηρίζοντάς τους με παρασιτική νοοτροπία.

Ετυμολογία

Η λέξη parasitical προέρχεται από τη λατινική λέξη parasitus, που σημαίνει "παρασίτο", και αυτή με τη σειρά της προέρχεται από την ελληνική λέξη παράσιτος (parásitos), που σημαίνει "αυτός που τρώει δίπλα" (εδώ, αναφέρεται σε κάποιον που ζει από τη συγκατοίκηση ή τις σχέσεις του με άλλους).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Parasitic - Dependent - Exploitative

Αντώνυμα: - Independent - Self-sufficient - Altruistic



25-07-2024