Ουσιαστικό (Noun)
/ˈpɑːrʃəl ˈprɒdʌkt/
Η φράση "partial product" αναφέρεται σε ένα ενδιάμεσο γινόμενο που προκύπτει κατά τη διάρκεια πολλαπλασιασμού. Αυτή η έννοια χρησιμοποιείται κυρίως στα μαθηματικά, ειδικότερα στην υπολογιστική διαδικασία του πολλαπλασιασμού. Στα Αγγλικά, η φράση χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, ειδικά σε εκπαιδευτικά πλαίσια.
Στα μαθηματικά, ένα μερικό προϊόν υπολογίζεται κατά τη διάρκεια του πολλαπλασιασμού.
The teacher explained how to find each partial product before adding them together.
Η δασκάλα εξήγησε πώς να βρούμε κάθε μερικό προϊόν πριν τα προσθέσουμε.
Understanding partial products can help students with multiplication strategies.
Η φράση "partial product" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο η έννοια του "μπερδεμένου" σε υπολογισμούς μπορεί να ενσωματωθεί σε προτάσεις.
Προσπαθώντας να κάνεις πεζοπορία χωρίς χάρτη είναι σαν να υπολογίζεις μερικά προϊόντα χωρίς να γνωρίζεις τα βήματα.
Just like a partial product helps in solving problems step by step, preparation is key to success.
Όπως ένα μερικό προϊόν βοηθά στη λύση προβλημάτων βήμα προς βήμα, η προετοιμασία είναι το κλειδί για την επιτυχία.
You can't skip the partial products if you want to get the right answer.
Η λέξη "partial" προέρχεται από το λατινικό "partialis," που σημαίνει 'μερικός' ή 'ένα μέρος'. Η λέξη "product" προέρχεται από το λατινικό "productus," που σημαίνει 'παράγω'. Συνδυασμένα, περιγράφουν το αποτέλεσμα (προϊόν) μιας μερικής διαδικασίας.
Συνώνυμα: - Intermediate product (ενδιάμεσο προϊόν) - Partial result (μερικό αποτέλεσμα)
Αντώνυμα: - Final product (τελικό προϊόν) - Whole product (ολόκληρο προϊόν)