partial product - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

partial product (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό (Noun)

Φωνητική μεταγραφή

/ˈpɑːrʃəl ˈprɒdʌkt/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "partial product" αναφέρεται σε ένα ενδιάμεσο γινόμενο που προκύπτει κατά τη διάρκεια πολλαπλασιασμού. Αυτή η έννοια χρησιμοποιείται κυρίως στα μαθηματικά, ειδικότερα στην υπολογιστική διαδικασία του πολλαπλασιασμού. Στα Αγγλικά, η φράση χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, ειδικά σε εκπαιδευτικά πλαίσια.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. In mathematics, a partial product is calculated during multiplication.
  2. Στα μαθηματικά, ένα μερικό προϊόν υπολογίζεται κατά τη διάρκεια του πολλαπλασιασμού.

  3. The teacher explained how to find each partial product before adding them together.

  4. Η δασκάλα εξήγησε πώς να βρούμε κάθε μερικό προϊόν πριν τα προσθέσουμε.

  5. Understanding partial products can help students with multiplication strategies.

  6. Η κατανόηση των μερικών προϊόντων μπορεί να βοηθήσει τους μαθητές με στρατηγικές πολλαπλασιασμού.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "partial product" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο η έννοια του "μπερδεμένου" σε υπολογισμούς μπορεί να ενσωματωθεί σε προτάσεις.

  1. Trying to hike without a map is like calculating partial products without knowing the steps.
  2. Προσπαθώντας να κάνεις πεζοπορία χωρίς χάρτη είναι σαν να υπολογίζεις μερικά προϊόντα χωρίς να γνωρίζεις τα βήματα.

  3. Just like a partial product helps in solving problems step by step, preparation is key to success.

  4. Όπως ένα μερικό προϊόν βοηθά στη λύση προβλημάτων βήμα προς βήμα, η προετοιμασία είναι το κλειδί για την επιτυχία.

  5. You can't skip the partial products if you want to get the right answer.

  6. Δεν μπορείς να παραλείψεις τα μερικά προϊόντα αν θέλεις να πάρεις τη σωστή απάντηση.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "partial" προέρχεται από το λατινικό "partialis," που σημαίνει 'μερικός' ή 'ένα μέρος'. Η λέξη "product" προέρχεται από το λατινικό "productus," που σημαίνει 'παράγω'. Συνδυασμένα, περιγράφουν το αποτέλεσμα (προϊόν) μιας μερικής διαδικασίας.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Intermediate product (ενδιάμεσο προϊόν) - Partial result (μερικό αποτέλεσμα)

Αντώνυμα: - Final product (τελικό προϊόν) - Whole product (ολόκληρο προϊόν)



25-07-2024