Το "passive state" είναι φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό (noun).
/pæsɪv steɪt/
Η φράση "passive state" αναφέρεται σε ένα επίπεδο ή κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την απουσία ενεργούς συμμετοχής ή δράσης. Στον τομέα της ψυχολογίας, μπορεί να σχετίζεται με την αδράνεια ή την αποδοχή, ενώ στους φυσικούς επιστήμες, μπορεί να περιγράψει ένα σύστημα που δεν αλληλεπιδρά με το περιβάλλον. Είναι μια έννοια που χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και εμφανίζεται πιο συχνά σε ακαδημαϊκά ή τεχνικά κείμενα.
Το άτομο παρέμεινε σε παθητική κατάσταση κατά τη διάρκεια της ομαδικής συζήτησης.
A passive state of mind can lead to lower motivation.
Μία παθητική κατάσταση σκέψης μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερη παρακίνηση.
In a passive state, one tends to accept things as they are without questioning.
Η φράση "passive state" μπορεί να μην είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε idiomatic expressions, αλλά υπάρχουν παρόμοιες έννοιες που χρησιμοποιούνται σε διάφορα συμφραζόμενα:
Πολλοί άνθρωποι λειτουργούν σε μία παθητική κατάσταση αντίληψης, απλώς παρακολουθώντας τη ζωή να περνάει.
Living in a passive state: Living in a passive state can lead to missed opportunities and regrets.
Η ζωή σε μία παθητική κατάσταση μπορεί να οδηγήσει σε χαμένες ευκαιρίες και μετάνοιες.
Trapped in a passive state: She felt trapped in a passive state, unable to take action in her life.
Ένιωθε παγιδευμένη σε μία παθητική κατάσταση, ανίκανη να δράσει στη ζωή της.
Choosing a passive state: By choosing a passive state, he avoided confrontation but also lost his voice.
Ο όρος "passive" προέρχεται από τη λατινική λέξη "passivus", η οποία σημαίνει "που υποδέχεται, που δέχεται". Η λέξη "state" προέρχεται από τη λατινική "status", που σημαίνει "κατάσταση, θέα".
Συνώνυμα: - inactive state (ανενεργή κατάσταση) - dormant state (νωχελική κατάσταση)
Αντώνυμα: - active state (ενεργή κατάσταση) - dynamic state (δυναμική κατάσταση)