Το "patent lock" είναι μια φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/pætənt lɒk/
Η φράση "patent lock" αναφέρεται σε μια κλειδαριά που έχει κατοχυρωθεί με πατέντα, δηλαδή έχει αναγνωριστεί νομικά ως μοναδική εφεύρεση. Αυτές οι κλειδαριές συνήθως προσφέρουν καινοτόμες λύσεις στον τομέα της ασφάλειας. Η χρήση αυτής της φράσης είναι πιο συχνή σε γραπτά συμφραζόμενα, όπως τεχνικές προδιαγραφές ή άρθρα σχετικά με ασφάλεια.
Η φράση χρησιμοποιείται συχνά σε βιομηχανία κατασκευής κλειδαριών, ασφάλεια κατοικιών και ευρύτερα σε ζητήματα σχετικών τεχνολογιών.
The company developed a new patent lock that increases security.
Η εταιρία ανέπτυξε μια νέα πατενταρισμένη κλειδαριά που αυξάνει την ασφάλεια.
He was impressed by the design of the patent lock at the trade show.
Ήταν εντυπωσιασμένος από το σχέδιο της πατενταρισμένης κλειδαριάς στην έκθεση εμπορίου.
The patent lock should prevent unauthorized access to the premises.
Η πατενταρισμένη κλειδαριά θα πρέπει να αποτρέπει την μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση στους χώρους.
Η φράση "patent lock" δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να περιγράψει σχετικούς τομείς.
"The engineer secured a patent lock to safeguard the system."
"Ο μηχανικός εξασφάλισε μια πατενταρισμένη κλειδαριά για να προστατεύσει το σύστημα."
"Investing in a patent lock will add value to your property."
"Η επένδυση σε μια πατενταρισμένη κλειδαριά θα προσθέσει αξία στην περιουσία σας."
"The new security system features a patented lock design."
"Το νέο σύστημα ασφαλείας διαθέτει έναν πατενταρισμένο σχεδιασμό κλειδαριάς."
Η λέξη "patent" προέρχεται από τη λατινική λέξη "patens," που σημαίνει "ανοιχτός" ή "δημόσιος." Η λέξη "lock" προέρχεται από την παλαιοαγγλική λέξη "locc," που σημαίνει "κλείδωμα" ή "κλειδαριά."