Η φράση "pay hospital" περιλαμβάνει δύο λέξεις: "pay," που είναι ρήμα, και "hospital," που είναι ουσιαστικό.
/pɛɪ ˈhɒspɪtəl/
Η φράση "pay hospital" συνήθως αναφέρεται στην πράξη της πληρωμής ή κάλυψης εξόδων που σχετίζονται με ιατρικές υπηρεσίες που παρέχονται από ένα νοσοκομείο. Χρησιμοποιείται τόσο σε γραπτό όσο και σε προφορικό λόγο, αν και η χρήση της μπορεί να είναι πιο συχνή σε γραπτές αναφορές για ιατρικά ή ασφαλιστικά θέματα.
Πρέπει να πληρώσω τους λογαριασμούς του νοσοκομείου για τη πρόσφατη χειρουργική επέμβαση μου.
Some people struggle to pay hospital costs without insurance.
Ορισμένοι άνθρωποι δυσκολεύονται να πληρώσουν τα έξοδα του νοσοκομείου χωρίς ασφάλιση.
It's important to pay hospital fees on time to avoid extra charges.
Η φράση "pay hospital" δεν είναι μέρος κάποιας κοινής ιδιωματικής έκφρασης, ωστόσο μπορούμε να παραθέσουμε μερικές σχετικές περιφράσεις που περιλαμβάνουν την έννοια της πληρωμής για ιατρικές υπηρεσίες:
Έπρεπε να ξοδέψει πολλά χρήματα για να πληρώσει τα τέλη του νοσοκομείου.
"You can't just walk away without paying hospital expenses."
Δεν μπορείς απλά να φύγεις χωρίς να πληρώσεις τα έξοδα του νοσοκομείου.
"Many families are burdened by the need to pay hospital costs after an emergency."
Συνώνυμα - Cover medical costs - Settle hospital bills - Pay medical fees
Αντώνυμα - Avoid medical expenses - Skip hospital payments - Neglect hospital bills
Αυτά τα στοιχεία προσφέρουν μια εκτενή εικόνα για τη φράση "pay hospital" και τη χρήση της στην αγγλική γλώσσα.