pay-out - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

pay-out (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "pay-out" είναι ένα ρήμα και μπορεί να χρησιμοποιείται και ως ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/pɛɪ aʊt/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "pay-out" αναφέρεται στην πράξη της καταβολής χρημάτων, ειδικότερα σε σχέση με κέρδη, ή επιστροφή χρημάτων σε επενδυτές ή πελάτες. Μπορεί επίσης να αναφέρεται σε ποσά που πληρώνονται σε δόσεις ή σε τυχερά παιχνίδια.

Χρήση της λέξης

Η χρήση του "pay-out" είναι συχνή σε χρηματοοικονομικά και τυχερά παιχνίδια, και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ωστόσο περισσότερο σε επαγγελματικά και επίσημα κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The company announced a significant pay-out to its shareholders.
    (Η εταιρεία ανακοίνωσε μια σημαντική πληρωμή στους μετόχους της.)

  2. After the approval, the pay-out was executed within a week.
    (Μετά την έγκριση, η αποζημίωση εκτελέστηκε εντός μιας εβδομάδας.)

  3. Every slot machine has a different pay-out percentage.
    (Κάθε φρουτάκι έχει διαφορετικό ποσοστό επιστροφής χρημάτων.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "pay-out" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως σε οικονομικά και τυχερά παίγνια.

  1. "High pay-out potential."
    (Υψηλή πιθανότητα αποδόσεων.)
    Χρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι μια επένδυση ή μια επιλογή παιχνιδιού έχει τις δυνατότητες να αποφέρει πολλές αποδόσεις.

  2. "Pay-out ratio."
    (Αναλογία αποζημίωσης.)
    Αναφέρεται στο ποσοστό των κερδών που επιστρέφονται στους μετόχους ή στους παίκτες.

  3. "Lump sum pay-out."
    (Εφάπαξ πληρωμή.)
    Χρησιμοποιείται όταν γίνεται μια τεράστια επιταγή ή ποσό χρημάτων σε μία μόνο συναλλαγή, αντί να καταβάλλεται σε δόσεις.

  4. "Pay-out on a winning ticket."
    (Επιστροφή χρημάτων σε νικητήριες αποδείξεις.)
    Χρησιμοποιείται στα τυχερά παιχνίδια για να υποδείξει την επιστροφή χρημάτων σε αυτούς που κερδίζουν.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "pay-out" προέρχεται από τον συνδυασμό του ρήματος "pay" (πληρώνω) και της λέξης "out" (έξω), υποδηλώνοντας ότι τα χρήματα καταβάλλονται ή βγαίνουν από έναν λογαριασμό ή ταμείο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



25-07-2024