Ο όρος "pedograph" είναι ουσιαστικό.
/pɛdəˌɡræf/
Η λέξη "pedograph" αναφέρεται σε μια συσκευή ή μέθοδο που χρησιμοποιείται για την καταγραφή και ανάλυση των επαφών των πέλματος με το έδαφος. Χρησιμοποιείται συνήθως στον τομέα της ανατομίας, της φυσιολογίας και της αθλητικής επιστήμης, για να μελετήσει την καλή στάση, τη βάδιση ή τις επιδράσεις των διάφορων τύπων υποδημάτων.
Ο όρος "pedograph" συνήθως χρησιμοποιείται σε επιστημονικά κείμενα και επαγγελματικές συνομιλίες που αφορούν τη φυσική κατάσταση ή την ανατομία, και είναι λιγότερο συνηθισμένος στην καθημερινή ομιλία. Η χρήση του σε γραπτό πλαίσιο είναι πιο συχνή.
Ο πεδογράφος δείχνει ότι ο αθλητής έχει ανώμαλη κατανομή πίεσης στα πόδια του.
By analyzing the data from the pedograph, we can better understand the walking patterns of patients.
Αναλύοντας τα δεδομένα από τον πεδογράφο, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τα μοτίβα βάδισης των ασθενών.
Using a pedograph during training can help improve overall performance.
Ο όρος "pedograph" χρησιμοποιείται σπάνια σε ιδιώματα ή εκφράσεις λόγω της εξειδικευμένης φύσης του. Παρ’ όλα αυτά:
"Ο έλεγχος του πεδογράφου μπορεί να αποκαλύψει υποκείμενα ζητήματα στη μηχανική των ποδιών."
"Relying on the pedograph is essential for accurate gait analysis."
"Η εξάρτηση από τον πεδογράφο είναι απαραίτητη για ακριβή ανάλυση της βάδισης."
"Each pedograph provides unique insights into an athlete's foot health."
Ο όρος "pedograph" προέρχεται από τα ελληνικά "pedo-" (πούς ή πόδι) και "-graph" (γραφή ή καταγραφή), υποδηλώνοντας λοιπόν τη μέτρηση ή καταγραφή που σχετίζεται με τα πόδια.