permissive provision - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

permissive provision (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

permissive provision (ουσιαστικό)

Φωνητική μεταγραφή

/ pərˈmɪsɪv prəˈvɪʒən /

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "permissive provision" αναφέρεται σε μια αναφορά ή διάταξη σε νομικό ή κανονιστικό κείμενο που επιτρέπει ή διευκολύνει την εκτέλεση ορισμένων ενεργειών ή τη λήψη συγκεκριμένων αποφάσεων, χωρίς να επιβάλλει περιορισμούς. Συνήθως χρησιμοποιείται σε νομικά έγγραφα, κανονισμούς ή συμφωνίες. Η συχνότητα χρήσης της είναι πιο συνηθισμένη στο γραπτό πλαίσιο, κυρίως σε νομικές ή διοικητικές διαδικασίες.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The contract included a permissive provision allowing for changes in project scope.
  2. Το συμβόλαιο περιλάμβανε μια επιτρεπτική διάταξη που επέτρεπε τροποποιήσεις στην έκταση του έργου.

  3. Many bylaws have permissive provisions to adapt to unforeseen circumstances.

  4. Πολλοί κανονισμοί έχουν επιτρεπτικές διατάξεις για να προσαρμοστούν σε απρόβλεπτες περιστάσεις.

  5. The permissive provision in the law facilitates economic development initiatives.

  6. Η επιτρεπτική διάταξη στον νόμο διευκολύνει τις πρωτοβουλίες οικονομικής ανάπτυξης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "permissive provision" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν μερικές σχετικές εκφράσεις που μπορεί να ενταχθούν σε νομικά ή κανονιστικά πλαίσια.

  1. "Under the permissive provision of the statute, the council can grant exceptions."
  2. "Σύμφωνα με την επιτρεπτική διάταξη του νόμου, το συμβούλιο μπορεί να χορηγεί εξαιρέσεις."

  3. "The permissive provision in the agreement was crucial for negotiating terms."

  4. "Η επιτρεπτική διάταξη στη συμφωνία ήταν καθοριστική για τη διαπραγμάτευση όρων."

  5. "Due to a permissive provision, they could adjust their funding requirements."

  6. "Λόγω μιας επιτρεπτικής διάταξης, μπόρεσαν να προσαρμόσουν τις απαιτήσεις χρηματοδότησής τους."

Ετυμολογία

Οι λέξεις "permissive" και "provision" προέρχονται από τα λατινικά. "Permissive" προέρχεται από το "permissus," που σημαίνει "να επιτρέπεται," και "provision" προέρχεται από το "providere," που σημαίνει "να προμηθεύω" ή "να παρέχω."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Ελπίζω οι παραπάνω πληροφορίες να είναι χρήσιμες!



25-07-2024