Η φράση "pertaining to increment" αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται ή έχει σχέση με την αύξηση. Στην αγγλική γλώσσα χρησιμοποιείται συχνά σε επαγγελματικά, οικονομικά ή στατιστικά συμφραζόμενα όπου γίνεται αναφορά σε αύξηση αριθμών ή ποσοτήτων.
Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό λόγο, ιδιαίτερα σε έγγραφα ή αναφορές που περιλαμβάνουν αναλύσεις και συζητήσεις για αυξήσεις ή μεταβολές σε δεδομένα.
"The report is pertaining to increment in sales for the last quarter."
"Η έκθεση σχετίζεται με την αύξηση πωλήσεων για το τελευταίο τρίμηνο."
"We need to create a strategy that is pertaining to increment in employee productivity."
"Πρέπει να δημιουργήσουμε μια στρατηγική που σχετίζεται με την αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων."
Η φράση "pertaining to increment" δεν χρησιμοποιείται άμεσα σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες σχετικές εκφράσεις που αναφέρονται σε αύξηση και ανάπτυξη:
"When it comes to revenue, our projections are pertaining to increment every quarter."
"Όταν πρόκειται για έσοδα, οι προβλέψεις μας σχετίζονται με την αύξηση κάθε τρίμηνο."
"The regulations pertaining to increment in minimum wage have been revised."
"Οι κανονισμοί που σχετίζονται με την αύξηση του κατώτατου μισθού έχουν αναθεωρηθεί."
"Her research findings are pertaining to increment in climate change effects."
"Τα ευρήματα της έρευνάς της σχετίζονται με την αύξηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής."
Associated with growth
Αντώνυμα: