Η φράση "pestiferous fellow" αποτελείται από ένα επίθετο ("pestiferous") και ένα ουσιαστικό ("fellow").
/pɛsˈtɪf.ər.əs ˈfɛloʊ/
Η φράση "pestiferous fellow" αναφέρεται σε ένα άτομο που θεωρείται επικίνδυνο ή βλαβερό, συνήθως λόγω της συμπεριφοράς του ή των επιρροών του. Η λέξη "pestiferous" προέρχεται από την έννοια του μολυσματικού, ενώ το "fellow" χρησιμοποιείται για να δηλώσει απλώς ένα άτομο ή τύπο.
Αυτή η φράση δεν χρησιμοποιείται πολύ συχνά στη σύγχρονη γλώσσα και τείνει να είναι πιο συνήθης σε γραπτά κείμενα ή λογοτεχνία, παρά στον προφορικό λόγο.
"Όλοι απέφυγαν τον μολυσματικό τύπο στην πάρτυ."
"The townspeople labeled him as a pestiferous fellow due to his malicious pranks."
Η φράση "pestiferous fellow" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη ως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να προκύψουν ορισμένες παραλλαγές με βάση τον θεματικό της χαρακτήρα:
"Πάντα προκαλεί προβλήματα; Δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας μολυσματικός τύπος."
"To argue with a pestiferous fellow is a waste of time."
"Να τσακώνεσαι με έναν μολυσματικό τύπο είναι σπατάλη χρόνου."
"The pestiferous fellow found his way into the good graces of the council."
Η λέξη "pestiferous" προέρχεται από τη λατινική λέξη "pestifer," που σημαίνει "εκείνος που φέρνει λοιμώξεις," συνδυάζοντας το "pestis" (λοιμός) και το "ferre" (φέρνω). Ο όρος "fellow" προέρχεται από τη μέση Αγγλική λέξη "felaw," που σημαίνει "σύντροφος" ή "άτομο σε παρέα."
Συνώνυμα: - harmful individual (βλαβερό άτομο) - troublesome person (προβληματικός άνθρωπος)
Αντώνυμα: - beneficial person (ωφέλιμο άτομο) - good fellow (καλός τύπος)