Ουσιαστικό
/pəˈtroʊliəm læmp/
Η λέξη "petroleum-lamp" αναφέρεται σε λάμπα που χρησιμοποιεί πετρέλαιο ως πηγή καυσίμου. Ιστορικά, οι πετρελαιολαμπτήρες ήταν σημαντικοί για τον φωτισμό χώρων πριν από την ευρεία διάδοση των ηλεκτρικών λαμπτήρων. Χρησιμοποιούνται ακόμη σε απομακρυσμένες περιοχές ή σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Ο πετρελαιολαμπτήρας φωτίζει το δωμάτιο με μια ζεστή λάμψη.
In times of power outages, a petroleum-lamp can be a lifesaver.
Σε περιόδους διακοπής ρεύματος, ένας πετρελαιολαμπτήρας μπορεί να είναι σωτήρας.
The museum had an exhibit showcasing the evolution of the petroleum-lamp.
Η λέξη "petroleum" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, ωστόσο υπάρχουν κάποιες σχετικές φράσεις που αφορούν την ενέργεια και τον φωτισμό:
"Καίνε το μεσάνυχτο λάδι" - Σημαίνει να εργάζεσαι μέχρι αργά τη νύχτα, συχνά συνδεδεμένο με τη χρήση λαδιών σε παλιές λάμπες.
"Oil and water don’t mix" - Refers to things that are incompatible.
"Το λάδι και το νερό δεν αναμειγνύονται" - Αναφέρεται σε πράγματα που είναι ασύμβατα.
"A drop in the ocean" - Means a very small amount compared to the whole.
Η λέξη "petroleum" προέρχεται από τα λατινικά "petra" (πέτρα) και "oleum" (έλαιο), που σημαίνει "έλαιο της πέτρας". Η λέξη "lamp" προέρχεται από την ελληνική λέξη "λάμπα" που αναφέρεται σε πηγή φωτός.
Αυτή η ανασκόπηση καλύπτει την έννοια και τη χρήση της λέξης "petroleum-lamp" στον αγγλικό λόγο με εστίαση στη σημασία, τη χρήση, τις ιδιωματικές εκφράσεις και τις παραδείγματα.