Το "petty warfare" είναι μια φράση που λειτουργεί ως όρος και περιγράφει μια συγκεκριμένη μορφή σύγκρουσης ή αντιπαράθεσης.
/pˈɛti ˈwɔrˌfɛr/
Η φράση "petty warfare" αναφέρεται σε μικρές, ενοχλητικές ή ασήμαντες συγκρούσεις, συχνά μεταξύ ατόμων ή ομάδων, οι οποίες δεν περιλαμβάνουν σοβαρές ή μόνιμες συνέπειες. Στη γλώσσα των Αγγλόφωνων, ο όρος χρησιμοποιείται και σε γραπτό και σε προφορικό λόγο, αλλά είναι πιο συνηθισμένος στα γραπτά πλαίσια, ιδίως σε πολιτική ή κοινωνική ανάλυση.
"The two neighbors engaged in petty warfare over the boundary line."
("Οι δύο γείτονες εμπλέκονται σε μικρές συγκρούσεις για τη γραμμή του ορίου.")
"Petty warfare among colleagues can create a toxic work environment."
("Η ασήμαντη πολεμική μεταξύ συναδέλφων μπορεί να δημιουργήσει τοξικό περιβάλλον εργασίας.")
Η φράση "petty warfare" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες σχετικές που περιγράφουν συγκρούσεις ή αντιπαραθέσεις:
"Engaged in petty warfare"
("Εμπλεκόμενοι σε ασήμαντους καυγάδες")
Σημαίνει να είστε συμμετοχή σε συνεχείς και χωρίς νόημα αντιπαραθέσεις.
"Caught up in petty warfare"
("Πιασμένοι σε μικρές πολεμικές")
Δηλώνει ένα άτομο που έχει γίνει μέρος μιας ασήμαντης, αλλά ενοχλητικής, διαμάχης.
"Riddled with petty warfare"
("Γεμάτο από ασήμαντες συγκρούσεις")
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση ή ένα μέρος που διακατέχεται από συνεχείς μικρές διαφιλονικίες.
Ο όρος "petty" προέρχεται από την γαλλική λέξη "petit," που σημαίνει "μικρός", και "warfare" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "werre," που αναφέρεται σε πόλεμο ή σύγκρουση. Η ένωση αυτών των δύο λέξεων περιγράφει μικρές ή ασήμαντες συγκρούσεις.
Συνώνυμα:
- Minor conflict (μικρή σύγκρουση)
- Trivial disputes (ασήμαντες διαφωνίες)
- Petty squabbles (ασήμαντες αντιπαραθέσεις)
Αντώνυμα:
- Major warfare (μεγάλη πολεμική)
- Significant conflict (σημαντική σύγκρουση)
- Serious battles (σοβαρές μάχες)