Pew-opener είναι ουσιαστικό.
/pjuː ˈoʊpənər/
Η λέξη "pew-opener" αναφέρεται σε ένα εργαλείο ή αντικείμενο που χρησιμοποιείται για να ανοίγει ή να τραβάει τις σειράδες καθισμάτων (ή «πάγκους») σε εκκλησία ή παρόμοιο χώρο. Συνήθως, αυτά τα καθίσματα είναι κατασκευασμένα από ξύλο και μπορεί να είναι κλειστά ή να κλείνουν για να εξασφαλίσουν ότι οι επισκέπτες έχουν χώρο να καθίσουν. Η χρήση του περιλαμβάνει τόσο την εκκλησιαστική ζωή όσο και τις κοινωνικές εκδηλώσεις που διεξάγονται σε τέτοιους χώρους. Στη γλώσσα Αγγλικά, η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο και εξακολουθεί να είναι σχετικά σπάνια ως μέρος του καθημερινού λόγου.
The church installed a new pew-opener to help people enter easily.
Η εκκλησία εγκατέστησε ένα νέο ανοιχτήρι εκκλησίας για να βοηθήσει τους ανθρώπους να εισέλθουν εύκολα.
During the ceremony, the pew-opener was used to create space for the guests.
Κατά τη διάρκεια της τελετής, το ανοιχτήρι εκκλησίας χρησιμοποιήθηκε για να δημιουργήσει χώρο για τους καλεσμένους.
The historic church had a beautifully crafted pew-opener.
Η ιστορική εκκλησία είχε ένα καλαίσθητο ανοιχτήρι εκκλησίας.
Η λέξη "pew-opener" δεν είναι συχνά παρούσα σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με κάποιες φράσεις που σχετίζονται με τη θρησκεία και την εκκλησιαστική ζωή. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
The pew-opener did wonders for accessibility during the wedding.
Το ανοιχτήρι εκκλησίας έκανε θαύματα για την προσβασιμότητα κατά τη διάρκεια του γάμου.
Many churches are upgrading their pew-openers for better service.
Πολλές εκκλησίες αναβαθμίζουν τα ανοιχτήρια εκκλησίας τους για καλύτερη εξυπηρέτηση.
She appreciated the convenience of the pew-opener during the long mass.
Εκτίμησε την άνεση του ανοιχτήρι εκκλησίας κατά τη διάρκεια της μακριάς λειτουργίας.
Η λέξη pew προέρχεται από την παλαιά γαλλική λέξη "puie," που σημαίνει "παγκάκι" ή "καθίσμα." Η λέξη opener προέρχεται από το ρήμα "to open," που σημαίνει "ανοίγω." Ο συνδυασμός αυτών των λέξεων καθορίζει το εργαλείο που ανοίγει μια σειρά καθισμάτων.
Συνώνυμα: - Seat opener - Bench puller
Αντώνυμα: - Seat closer - Bench lock