Ο όρος "photo-electric cell" αποτελείται από δύο μέρη: "photo" (φωτογραφικό) και "electric" (ηλεκτρικός) και αναφέρεται σε ένα ουσιαστικό.
/ˈfoʊt̬oʊ-ɪˈlɛktrɪk sɛl/
Το "photo-electric cell" αναφέρεται σε ένα ηλεκτρονικό εξάρτημα που μετατρέπει τη φωτεινή ενέργεια σε ηλεκτρική ενέργεια. Αυτού του είδους τα κύτταρα χρησιμοποιούνται σε φωτοβολταϊκά συστήματα, αισθητήρες και διάφορες ηλεκτρονικές συσκευές.
Η συχνότητα χρήσης του όρου είναι υψηλή σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα, ωστόσο συναντάται και στον προφορικό λόγο, κυρίως σε συζητήσεις που αφορούν την ηλεκτροτεχνία ή τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η φράση "photo-electric cell" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να συνδυάζεται με άλλους όρους σχετικούς με την ενέργεια ή τη φυσική.
Η τεχνολογία των φωτοηλεκτρικών κυττάρων έχει επαναστατήσει την ανανεώσιμη ενέργεια.
"Much of the world's energy supply now relies on photo-electric cell systems."
Πολλές από τις παγκόσμιες προμήθειες ενέργειας βασίζονται τώρα σε συστήματα φωτοηλεκτρικών κυττάρων.
"With the advancement of photo-electric cell materials, efficiency continues to improve."
Ο όρος "photo-electric" προέρχεται από τις λέξεις "photo" (από το ελληνικό φως, μέσω λατινικών και ελληνικών ριζών) και "electric" (από την αρχαία ελληνική λέξη ήλεκτρον, που σημαίνει "κεχριμπάρι", με αναφορά στη ηλεκτρική ενέργεια). Η σύνθεση χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη μετατροπή φωτός σε ηλεκτρισμό.
Συνώνυμα: - Φωτοβολταϊκό κύτταρο - Φωτοηλεκτρική κυψέλη
Αντώνυμα: - (Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα για αυτή την τεχνική έννοια, αλλά σε έναν ευρύτερο πλαίσιο, μπορεί κανείς να σκεφτεί τη μηχανική ενέργεια ως διαφορετική μορφή ενέργειας.)
Αυτή η ανάλυση του όρου "photo-electric cell" προσδιορίζει τη σημασία του και την εφαρμογή του στη σύγχρονη κοινωνία, καθώς και τις γλωσσικές του χρήσεις και το λεξιλόγιο που σχετίζεται με αυτόν.