Substantive (ουσιαστικό)
/ˈfoʊtəˌflæʃ/
Η λέξη photoflash αναφέρεται σε μία ξαφνική και έντονη έκρηξη φωτός, που χρησιμοποιείται συνήθως σε φωτογραφικές μηχανές για να φωτίσει τη σκηνή κατά τη διάρκεια της λήψης φωτογραφιών. Οι φωτοφλάς συνήθως ενεργοποιούνται αυτόματα όταν οι συνθήκες φωτισμού είναι ανεπαρκείς. Στη γλώσσα των Αγγλικά, η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως στον γραπτό λόγο, αν και είναι αρκετά κοινή και στην προφορική επικοινωνία.
Ο φωτογράφος χρησιμοποίησε ένα φωτοφλας για να αιχμαλωτίσει τη στιγμή τέλεια.
Due to the low lighting, the photoflash was necessary for the picture.
Λόγω του χαμηλού φωτισμού, το φωτοφλας ήταν απαραίτητο για τη φωτογραφία.
The photoflash went off unexpectedly, startling everyone in the room.
Αν και η λέξη "photoflash" δεν είναι ιδιαίτερα συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, μπορείτε να βρείτε περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει κάτι που συμβαίνει ξαφνικά ή έντονα.
Τα νέα τον χτύπησαν σαν ένα φωτοφλας, φωτίζοντας τα πάντα όσα νόμιζε ότι γνώριζε.
Her smile was a photoflash in the dull room, bringing life to the party.
Το χαμόγελό της ήταν ένα φωτοφλας σε ένα θαμπό δωμάτιο, φέρνοντας ζωή στο πάρτι.
The revelation came as a photoflash, brightening the dark corners of his mind.
Η λέξη "photoflash" προέρχεται από τους όρους "photo", που σημαίνει "φως" και "flash", που σημαίνει "έκρηξη" ή "φλασιά". Συνεπώς, η σύνθετη λέξη υποδηλώνει την έννοια της ξαφνικής έκρηξης φωτός.
Συνώνυμα: - Flash - Strobe light
Αντώνυμα: - Dimness - Darkness