Ουσιαστικό (Noun)
/ˌpiːdˈmɒntaɪt/
Η "piedmontite" είναι ένα ορυκτό που ανήκει στην κατηγορία των μιica. Χαρακτηρίζεται για τη σκούρα πορφυρή έως ροζ απόχρωση του. Χρησιμοποιείται κυρίως στη γεωλογία και την ορυκτολογία.
Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικό και τεχνικό περιβάλλον, όπως στις γεωλογικές μελέτες και τη μεταλλολογία. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, εφόσον αναφέρεται κυρίως σε ειδικά κείμενα και συζητήσεις.
Το δείγμα βράχου περιείχε σημαντικές ποσότητες πιεμόντ.
Scientists are studying the properties of piedmontite in the lab.
Οι επιστήμονες μελετούν τις ιδιότητες του πιεμόντ στο εργαστήριο.
Piedmontite is often found in metamorphic rock formations.
Η λέξη "piedmontite" δεν έχει ευρέως αναγνωρίσιμες ιδιωματικές εκφράσεις στην Αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορούν να παρατηρηθούν κάποιες φράσεις που αναφέρονται σε γεωλογικά πλαίσια:
"Το πιεμόντ που βρέθηκε εδώ αφηγείται μια ιστορία γεωλογικής μεταμόρφωσης."
"Identifying piedmontite can help in understanding the region's history."
"Η αναγνώριση του πιεμόντ μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση της ιστορίας της περιοχής."
"The presence of piedmontite suggests unique environmental conditions."
Η λέξη "piedmontite" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "piedmont," που σημαίνει "σκοτεινός λόφος," και το ελληνικό "ite," που χρησιμοποιείται για να δηλώσει ορυκτά και πετρώματα.
Συνώνυμα - Aluminosilicate
Αντώνυμα - Δεν υπάρχουν άμεσα αντίθετα ορυκτά της πιεμόντ, αλλά μπορεί να θεωρηθούν άλλοι τύποι μιica που δεν έχουν τις ίδιες ιδιότητες.