Το "pip" είναι ουσιαστικό και στα αγγλικά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως ρήμα, ενώ το "Emma" είναι όνομα ή ουσιαστικό.
Ως ρήμα, σημαίνει να κερδίζει ή να ξεπερνάει κάποιον.
Emma: Ένα κοινό θηλυκό όνομα, συχνά συσχετιζόμενο με διάφορες πολιτισμικές αναφορές.
Χρήση: Το "pip" χρησιμοποιείται συχνά στους παραδοσιακούς όρους που σχετίζονται με τη γεωργία και τη μαγειρική. Το όνομα "Emma" έχει ευρεία χρήση σε προσωπικές αναφορές.
Συχνότητα Χρήσης:
Το μήλο είχε έναν μόνο σπόρο μέσα.
Emma loves to read books about adventure.
Το "pip" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως συνδεδεμένες με την έννοια του κέρδους ή της επικράτησης. Δεδομένου ότι το "Emma" είναι όνομα, δεν έχει ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιείται σε φράσεις που αναφέρονται σε άτομα.
Να ξεπεράσεις κάποιον στο τέλος σημαίνει να νικήσεις ακριβώς πριν το τέλος.
He managed to pip his competitor by a narrow margin.
Κατάφερε να ξεπεράσει τον αντίπαλό του με ελάχιστη διαφορά.
Don't worry, we will pip them next time!
Αντώνυμα: (για ρήμα) lose
Emma: Είναι όνομα και δεν έχει συνώνυμα ή αντώνυμα όπως οι άλλες λέξεις.