Phrasal noun (φαίνεται ως φράση που περιγράφει μια ιατρική κατάσταση).
/ˈplʊərəl ɪˈfjuːʒən/
"Pleural effusion" αναφέρεται στην υπερβολική συσσώρευση υγρού στην πλευρική κοιλότητα του θώρακα, γύρω από τους πνεύμονες. Αυτό το φαινόμενο μπορεί να προκαλείται από διάφορους παράγοντες, όπως φλεγμονή, λοιμώξεις, ή καρκίνο. Χρησιμοποιείται κυρίως στο τομέα της ιατρικής και της διάγνωσης.
Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή στο ιατρικό λεξιλόγιο και εμφανίζεται συχνά σε γραπτά κείμενα, όπως επιστημονικές μελέτες και ιατρικές αναφορές.
"Ο ασθενής διαγνώσθηκε με πλευριτική συλλογή μετά από το ότι παρουσίασε δυσκολία στην αναπνοή."
"The doctor ordered an ultrasound to evaluate the pleural effusion."
"Ο γιατρός ζήτησε μια υπερηχογραφία για να αξιολογήσει την πλευριτική συλλογή."
"Treatment for pleural effusion may involve drainage of the excess fluid."
Η φράση "pleural effusion" δεν είναι συνήθως μέρος αναγνωρίσιμων ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά οι διαγνώσεις που σχετίζονται με αυτή συχνά εμφανίζονται στην ιατρική γλώσσα.
Η λέξη "pleural" προέρχεται από τη λατινική λέξη "pleura," που σημαίνει " πλευρό," ενώ η λέξη "effusion" προέρχεται από τη λατινική λέξη "effusio," η οποία σημαίνει "εκχύλισμα."
Συνώνυμα: - Hydrothorax (υδροθώρακας) - Pleuritis (πλευρίτιδα)
Αντώνυμα: - Pleural expansion (πλευρική διαστολή) - αν και αυτή η φράση δεν είναι ακριβώς αντώνυμο, περιγράφει την αντίθετη κατάσταση.
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν την έννοια και τη χρήση της φράσης "pleural effusion" στα αγγλικά.