Ο όρος "pleural sac" αποτελεί ουσιαστικό σύνθετο.
/pɫuːrəl sæk/
Ο "pleural sac" ή το πλευρικό σάκο είναι η μεμβράνη που περιβάλλει τους πνεύμονες και τις θωρακικές κοιλότητες, διαχωρίζοντας τους πνεύμονες από το θωρακικό τοίχωμα και παρέχοντας προστασία, καθώς και διευκολύνοντας την αναπνοή μέσω του μειωμένου τριβής. Χρησιμοποιείται συχνά στην ιατρική και την ανατομία. Η χρήση του "pleural sac" παρατηρείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο, ιδίως σε επιστημονικά και ιατρικά κείμενα.
Ο πλευρικός σάκος περιέχει μια μικρή ποσότητα υγρού για να μειώνει την τριβή.
In cases of infection, the pleural sac may become inflamed, leading to pleuritis.
Σε περιπτώσεις μόλυνσης, ο πλευρικός σάκος μπορεί να φλεγμονώδη, προκαλώντας πλευρίτιδα.
Doctors often examine the pleural sac during diagnostic procedures such as thoracentesis.
Ο όρος "pleural sac" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στην Αγγλική γλώσσα, καθώς πρόκειται για ιατρικό όρο. Ωστόσο, μπορούμε να προτάξουμε μερικές σχετικές φράσεις που αφορούν την ανατομία ή τη φυσιολογία:
Η "πλευρική συλλογή" παρατηρείται όταν υπάρχει περίσσεια υγρού στον πλευρικό σάκο.
"Pleural biopsy" is performed to diagnose conditions affecting the pleural sac.
Η "βιοψία του πλευρικού σάκου" εκτελείται για τη διάγνωση καταστάσεων που επηρεάζουν τον πλευρικό σάκο.
"Pleural pressure" can influence lung expansion during breathing.
Ο όρος "pleural" προέρχεται από τη λέξη "pleura", που σημαίνει πλευρά στα Ελληνικά και έχει τις ρίζες του στα αρχαία Ελληνικά. Ο όρος "sac" προέρχεται από τη λατινική λέξη “saccus” που σημαίνει τσάντα ή σάκος.
Συνώνυμα: - Pleural cavity (πλευρική κοιλότητα) - Pleura (πλευρακια)
Αντώνυμα: Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα, καθώς το "pleural sac" αναφέρεται σε συγκεκριμένο ιατρικό όρο.
Αυτά όλα προσφέρουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του όρου "pleural sac" και της χρήσης του στην Αγγλική γλώσσα.