Ο συνδυασμός λέξεων "pneumatic riveting machine" αποτελεί ένα ουσιαστικό προκειμένου να αναφέρεται σε μια ειδική μηχανή.
/pnuˈmætɪk ˈrɪvɪtɪŋ məˈʃin/
Η "pneumatic riveting machine" είναι μια μηχανή που χρησιμοποιείται για την κολλήση ή συναρμολόγηση με ραφή (rivet) χρησιμοποιώντας πνευματική πίεση. Χρησιμοποιείται ευρέως σε βιομηχανικά περιβάλλοντα, όπως η κατασκευή αεροσκαφών, φορτηγών και άλλων μεταφορών, ειδικότερα όπου απαιτείται υψηλή αντοχή.
Η χρήση της είναι συχνά πιο διαδεδομένη σε γραπτό πλαίσιο (τεχνικά ή βιομηχανικά έγγραφα) παρά σε προφορικό λόγο.
The factory invested in a new pneumatic riveting machine to improve production efficiency.
Το εργοστάσιο επένδυσε σε μια νέα πνευματική μηχανή κολλήματος για να βελτιώσει την αποδοτικότητα της παραγωγής.
Workers were trained on how to operate the pneumatic riveting machine safely.
Οι εργαζόμενοι εκπαιδεύτηκαν για το πώς να χειρίζονται με ασφάλεια την πνευματική μηχανή κολλήματος.
The pneumatic riveting machine significantly reduces the time needed for assembly.
Η πνευματική μηχανή κολλήματος μειώνει σημαντικά το χρόνο που απαιτείται για τη συναρμολόγηση.
Η φράση "pneumatic riveting machine" δεν είναι κοινή σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η λέξη "riveting" χρησιμοποιείται μερικές φορές σε άλλα συμφραζόμενα.
Her performance was riveting, leaving the audience in awe.
Η παράστασή της ήταν καθηλωτική, αφήνοντας το κοινό σε θαυμασμό.
The story was so riveting that I couldn't put the book down.
Η ιστορία ήταν τόσο καθηλωτική που δεν μπορούσα να αφήσω το βιβλίο.
Η λέξη "pneumatic" προέρχεται από το ελληνικό "πνευματικός" (pneuma), που σημαίνει "αέρας" ή "αναπνοή". Η λέξη "rivet" προέρχεται από το παλαιό αγγλικό "rivet", το οποίο σημαίνει "να κρατήσω", και η λέξη "machine" προέρχεται από την ελληνική "μηχανή".
Συνώνυμα: - Air-powered riveting machine - Pneumatic fastener machine
Αντώνυμα: - Manual riveting machine - Non-pneumatic assembly tool