Η φράση "point-blank range" αναφέρεται σε μια πολύ κοντινή απόσταση από την οποία πραγματοποιείται μια βολή ή μια ενέργεια. Κοινώς χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις όπου η ακρίβεια και η αποτελεσματικότητα είναι μεγάλες εξαιτίας της κοντινής απόστασης. Συχνά χρησιμοποιείται σε στρατιωτικό και αστυνομικό πλαίσιο για να δηλώσει στενές αποστάσεις βολής.
Η βολή έγινε σε κοντινές αποστάσεις, κάνοντάς την αδύνατο να αποτύχει.
In self-defense situations, using a weapon at point-blank range can be very effective.
Σε καταστάσεις αυτοάμυνας, η χρήση ενός όπλου σε μικρή απόσταση μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματική.
The officer drew his gun and fired at point-blank range.
Η φράση "point-blank" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις και δηλώνει σαφήνεια ή άμεσοτητα.
Μου είπε ξεκάθαρα ότι ήμουν λάθος.
She didn’t sugarcoat it; she said it point-blank.
Δεν το στόλιζε. Το είπε ξεκάθαρα.
The boss fired him point-blank without any explanation.
Ο αφεντικός τον απέλυσε χωρίς καμία εξήγηση.
The question was thrust at him point-blank.
Η ερώτηση του τέθηκε ξεκάθαρα.
We need to address this issue point-blank.
Η φράση "point-blank" προέρχεται από τη στρατιωτική ορολογία, όπου "point" αναφέρεται στο σημείο στόχου και "blank" υποδηλώνει ότι η βολή μπορεί να γίνει χωρίς κανένα διακοσμητικό στοιχείο ή ιδέα, δηλαδή επικεντρώνεται στη στόχευση.
immediate range
Αντώνυμα: