polycardiography: ουσιαστικό
/ˌpɒliˌkɑːr.dɪˈɒɡ.rə.fi/
Η πολυκαρδιογραφία αναφέρεται σε μια μέθοδο απεικόνισης για την καταγραφή πολλαπλών βιολογικών σημάτων που σχετίζονται με την καρδιακή λειτουργία. Χρησιμοποιείται στον τομέα της ιατρικής για τη διάγνωση καρδιολογικών καταστάσεων. Η χρήση της είναι πιο κοινή στα ιατρικά και επιστημονικά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο, και η συχνότητα χρήσης της αυξάνεται σε ακαδημαϊκά και ερευνητικά περιβάλλοντα.
"Η πολυκαρδιογραφία είναι απαραίτητη για την παρακολούθηση ασθενών με σύνθετες καρδιολογικές καταστάσεις."
"The results of the polycardiography can provide valuable insights into heart health."
"Τα αποτελέσματα της πολυκαρδιογραφίας μπορούν να προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για την υγεία της καρδιάς."
"Researchers are exploring new techniques in polycardiography to enhance diagnostic accuracy."
Στην αγγλική γλώσσα, η "polycardiography" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων. Παρ' όλα αυτά, μπορεί να σχετίζεται με κάποιες ειδικές ιατρικές αναφορές: 1. "Using polycardiography, the doctor was able to make a more accurate diagnosis." - "Χρησιμοποιώντας πολυκαρδιογραφία, ο γιατρός μπόρεσε να κάνει μια πιο ακριβή διάγνωση."
"Οι εξελίξεις στην τεχνολογία πολυκαρδιογραφίας έχουν επαναστατήσει τις καρδιολογικές μελέτες."
"Training in polycardiography is crucial for medical professionals dealing with heart conditions."
Η λέξη "polycardiography" προέρχεται από τα ελληνικά πρόθεμα "poly-" που σημαίνει "πολύ" και "cardio" που σημαίνει "καρδιά" και το "graphy" που αναφέρεται στην "γράφηση" ή "καταγραφή". Έτσι, έχει την έννοια της καταγραφής πολλών καρδιακών σημάτων.
Συνώνυμα: - καρδιογράφημα (cardiography) - καρδιογραφογραφία (electrocardiography)
Αντώνυμα: - δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα στον ιατρικό τομέα, καθώς η πολυκαρδιογραφία αναφέρεται σε έναν εξειδικευμένο τομέα απεικόνισης και παρακολούθησης.