Η λέξη "polychromator" είναι ουσιαστικό.
/pəˈlɪkroʊˌmeɪtər/
Ένας πολυχρωματόρας είναι μια συσκευή που χρησιμοποιείται στην οπτική και τη φασματοσκοπία για την ανάλυση φωτός που περιέχει πολλαπλά χρώματα ή μήκη κύματος. Βασικά, συλλαμβάνει και αναλύει το φως, διαχωρίζοντας τις διαφορετικές συχνότητες του για να παρέχει πληροφορίες σχετικά με την πηγή του φωτός ή τα υλικά που έχουν εκτεθεί σε αυτό.
Είναι πιο συνηθισμένο να χρησιμοποιείται σε επιστημονικά, ερευνητικά και βιομηχανικά περιβάλλοντα, παρά στη καθημερινή ομιλία.
The polychromator can distinguish between different wavelengths of light.
(Ο πολυχρωματόρας μπορεί να διακρίνει μεταξύ διαφορετικών μηκών κύματος φωτός.)
Researchers used a polychromator to analyze the spectrum of the emitted light.
(Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν έναν πολυχρωματόρα για να αναλύσουν το φάσμα του εκπεμπόμενου φωτός.)
In the laboratory, the polychromator provided crucial data for the experiment.
(Στο εργαστήριο, ο πολυχρωματόρας παρείχε κρίσιμα δεδομένα για το πείραμα.)
Η λέξη "polychromator" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά ακολουθούν κάποιες σχετικές προτάσεις που αναδεικνύουν τη χρησιμοποίηση του στην επιστήμη και την τεχνολογία:
Using a polychromator is essential for precise measurements in spectrophotometry.
(Η χρήση ενός πολυχρωματόρα είναι ουσιαστική για ακριβείς μετρήσεις στη φασματομετρία.)
The efficiency of the polychromator directly affects the quality of the spectral analysis.
(Η αποτελεσματικότητα του πολυχρωματόρα επηρεάζει άμεσα την ποιότητα της φασματικής ανάλυσης.)
When investigating light properties, a polychromator is a key instrument.
(Κατά την έρευνα των ιδιοτήτων του φωτός, ο πολυχρωματόρας είναι ένα κλειδί εργαλείο.)
A malfunctioning polychromator can lead to inaccurate results in experiments.
(Ένας δυσλειτουργικός πολυχρωματόρας μπορεί να οδηγήσει σε ανακριβή αποτελέσματα σε πειράματα.)
The design of the polychromator plays a significant role in its performance.
(Ο σχεδιασμός του πολυχρωματόρα παίζει σημαντικό ρόλο στην απόδοσή του.)
Η λέξη "polychromator" προέρχεται από την ελληνική λέξη "πολύχρωμος" (πολύ = πολλοί, χρώμα = χρώμα) και το "-ator", που υποδηλώνει μια συσκευή ή εργαλείο.
Αυτές οι συσκευές έχουν διαφορετικές λειτουργίες και εφαρμογές, αλλά σχετίζονται με το πεδίο της οπτικής και της ανάλυσης του φωτός.