Polygraphia: Ουσιαστικό
Φωνητική μεταγραφή: /ˌpɒlɪˈɡrɛfɪə/
Polygraphia αναφέρεται στη διαδικασία της πολυάριθμης γραφής ή της υπεραναλυτικής καταγραφής. Στην ιατρική και ψυχολογία, συνδέεται με τη χρήση του πολυγράφου, μιας συσκευής που μετρά φυσιολογικές αντιδράσεις για να αξιολογήσει την ειλικρίνεια ή την ψυχική κατάσταση ενός ατόμου.
Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε ακαδημαϊκά και επαγγελματικά συμφραζόμενα, και προτιμάται συχνότερα στο γραπτό λόγο παρά στον προφορικό.
Είναι μια εξειδικευμένη λέξη που δεν χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή ομιλία, αλλά είναι ευρέως γνωστή στους τομείς της ψυχολογίας και της ιατρικής.
Η ηθική της πολυγραφίας έχει συζητηθεί μεταξύ ψυχολόγων.
He passed the polygraphia test with no signs of deception.
Αυτός πέρασε το τεστ της πολυγραφίας χωρίς σημάδια απάτης.
Polygraphia is often used in criminal investigations to confirm truthfulness.
Η λέξη polygraphia δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, συνδέεται με την ψυχολογία και τη νομιμοποίηση ενός ατόμου μέσω διαπιστευτηρίων.
"Τα αποτελέσματα της πολυγραφίας θα μπορούσαν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη δίκη."
"During the polygraphia, the subject was unusually calm."
"Κατά τη διάρκεια της πολυγραφίας, το υποκείμενο ήταν ασυνήθιστα ήρεμο."
"In her investigation, she relied heavily on polygraphia to ascertain facts."
Η λέξη προέρχεται από τα ελληνικά "πολύ" (πολλές) και "γραφή" (γραφή). Έτσι, αναφέρεται στην πράξη της γραφής πολλών ή περισσότερων κειμένων ή δεδομένων.
Συνώνυμα: - Multiwriting - Graphology (σε σχετικό πλαίσιο)
Αντώνυμα: - Monograph (ενιαίο κείμενο) - Uniqueness (μοναδικότητα)
Η πολυγραφία είναι μια λεπτομερής και εξειδικευμένη έννοια, κυρίως σχετική με την ανάπτυξη, στήριξη και χρήση γραφής και δεδομένων σε διάφορα πεδία.