Ο συνδυασμός λέξεων "population characteristic" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˌpɒpjʊˈleɪʃən ˌkɛrɪktəˈrɪstɪk/
Η φράση "population characteristic" αναφέρεται σε μια ποικιλία χαρακτηριστικών που περιγράφουν μια συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα, όπως η ηλικία, το φύλο, το εισόδημα, η εκπαίδευση και άλλες δημογραφικές και κοινωνικές παραμέτρους. Συνήθως χρησιμοποιείται σε κοινωνικές επιστήμες, στατιστική και επιδημιολογία.
Η φράση χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη προτίμηση στο γραπτό πλαίσιο, ιδίως σε ακαδημαϊκά και ερευνητικά κείμενα.
Το χαρακτηριστικό πληθυσμού αυτής της περιοχής δείχνει μεγάλη ποικιλία σε ηλικιακές ομάδες.
Understanding the population characteristic is crucial for effective policy-making.
Η κατανόηση του χαρακτηριστικού πληθυσμού είναι κρίσιμη για την αποτελεσματική χάραξη πολιτικής.
Researchers analyze each population characteristic to draw meaningful conclusions.
"Η μελέτη εστιάστηκε σε διάφορα χαρακτηριστικά πληθυσμού για να εντοπίσει τάσεις."
"Changes in population characteristics can significantly impact local economies."
"Οι αλλαγές στα χαρακτηριστικά πληθυσμού μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τις τοπικές οικονομίες."
"Demographers often debate the importance of specific population characteristics."
"Οι δημογράφοι συχνά συζητούν τη σημασία συγκεκριμένων χαρακτηριστικών πληθυσμού."
"The report highlighted how population characteristics vary across regions."
"Η αναφορά τόνισε πώς τα χαρακτηριστικά πληθυσμού διαφέρουν ανά τις περιοχές."
"For my thesis, I will analyze how population characteristics influence health outcomes."
Η λέξη "population" προέρχεται από το λατινικό "populatio," που σημαίνει πληθυσμός. Η λέξη "characteristic" προέρχεται από το ελληνικό "charakter," το οποίο σημαίνει χαρακτήρας ή γνώρισμα. Συνδυάζοντας τις δύο λέξεις, έχουμε μία φράση που περιγράφει τα γνωρίσματα ενός πληθυσμού.
Συνώνυμα: - demographic trait (δημογραφικό χαρακτηριστικό) - population feature (χαρακτηριστικό του πληθυσμού)
Αντώνυμα: - population uniformity (ομοιομορφία πληθυσμού) - demographic sameness (ομοιογένεια δημογραφικών χαρακτηριστικών)