postprocessor: ουσιαστικό
/ˈpoʊstˌprɔːsɛsər/
Ο όρος postprocessor αναφέρεται σε ένα πρόγραμμα ή συσκευή που επεξεργάζεται δεδομένα ή πληροφορίες μετά την αρχική τους επεξεργασία. Χρησιμοποιείται συχνά στους τομείς της πληροφορικής, της μηχανικής και της βιομηχανίας, και αναφέρεται σε εφαρμογές που βελτιστοποιούν ή τροποποιούν τα αποτελέσματα μιας αρχικής διαδικασίας, όπως η επεξεργασία εικόνας ή δεδομένων CAD. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε τεχνικές συζητήσεις.
Ο μεταγλωττιστής βελτίωσε την τελική ποιότητα εξόδου του 3D μοντέλου.
Engineers are developing a new postprocessor for advanced simulations.
Η λέξη postprocessor δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετίζεται με ορισμένες τεχνικές έννοιες. Εδώ είναι ορισμένες προτάσεις που αναδεικνύουν τη χρήση της:
Η φάση μετα-επεξεργασίας είναι κρίσιμη για την εξασφάλιση ακρίβειας στην τελική αναφορά.
Many designers rely on a powerful postprocessor to enhance their designs.
Πολλοί σχεδιαστές βασίζονται σε έναν ισχυρό μετά-επεξεργαστή για να ενισχύσουν τα σχέδιά τους.
The postprocessor enables us to correct errors that occurred during the initial processing.
Η λέξη postprocessor σχηματίζεται από τη λέξη "post" (μετά) και "processor" (επεξεργαστής), υποδηλώνοντας την έννοια του «επεξεργαστή που λειτουργεί μετά την αρχική επεξεργασία».
After-treatment system
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν την έννοια και τη χρήση του όρου postprocessor στις αγγλικές γλώσσες.