Επίθετο (Adjective)
/priːəˈnɛsθɪtɪk/
Η λέξη "preanesthetic" αναφέρεται σε οτιδήποτε σχετίζεται με την προετοιμασία για αναισθησία. Συνήθως χρησιμοποιείται στον τομέα της ιατρικής, για να περιγράψει φάρμακα ή διαδικασίες που γίνονται πριν από την αναισθησία για να διευκολύνουν ή να ενισχύσουν τα αποτελέσματά της. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε γραπτά κείμενα, όπως ιατρικές αναφορές & άρθρα, παρά σε προφορικό λόγο.
Η προαναισθητική εκτίμηση είναι κρίσιμη για να διασφαλιστεί η ασφάλεια του ασθενούς.
Preanesthetic medications can help reduce anxiety before surgery.
Τα προαναισθητικά φάρμακα μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της ανησυχίας πριν από τη χειρουργική επέμβαση.
We administered the preanesthetic drugs an hour before the procedure.
Η λέξη "preanesthetic" δεν είναι συνήθως μέρος καθιερωμένων ιδιωματικών εκφράσεων. Ωστόσο, υπάρχουν φράσεις που σχετίζονται με διαδικασίες αναισθησίας:
Η προαναισθητική αξιολόγηση είναι το κλειδί για βέλτιστα χειρουργικά αποτελέσματα.
A thorough preanesthetic consultation can alleviate potential complications.
Μια λεπτομερής προαναισθητική συμβουλή μπορεί να απαλύνει τις πιθανές επιπλοκές.
Inadequate preanesthetic preparation can lead to delays during surgery.
Η λέξη "preanesthetic" προέρχεται από το πρόθεμα "pre-", που σημαίνει "πριν", και την λέξη "anesthetic", η οποία αναφέρεται σε φάρμακα ή διαδικασίες που αναισθητοποιούν τον ασθενή.
Συνώνυμα: - προαναισθητικό φάρμακο - φάρμακο προετοιμασίας
Αντώνυμα: - αναισθησία - αναωθυσία