Το «precarious inference» αποτελεί συνδυασμό δύο λέξεων: - Precarious: επίθετο - Inference: ουσιαστικό
precarious: /prɪˈkɛr.i.əs/
inference: /ˈɪn.fər.əns/
Precarious inference αναφέρεται σε συμπεράσματα ή εξαγωγές που είναι ανασφαλή ή αβέβαια. Χρησιμοποιείται συχνά όταν τα συμπεράσματα εξαρτώνται από αβέβαιες ή ασταθείς υποθέσεις ή πληροφορίες. Στη γλώσσα των Αγγλικών, η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ακαδημαϊκά και επιστημονικά συμφραζόμενα, καθώς και σε κοινωνικές και φιλοσοφικές συζητήσεις. Η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό κείμενο.
Ο ερευνητής παρουσίασε ένα επισφαλές συμπέρασμα βασισμένο σε περιορισμένα δεδομένα.
We should be cautious about making precarious inferences in our analysis.
Στη γλώσσα των Αγγλικών, η σύγχρονη χρήση της φράσης μπορεί να συνδυαστεί σε ιδιωματικές εκφράσεις, αν και η ίδια η φράση "precarious inference" δεν είναι μέρος του καθημερινού λεξιλογίου. Ωστόσο, μπορεί να εμπλέκεται σε εκφράσεις που σχετίζονται με την αβεβαιότητα και τη λογική:
Το να τραβήξει κανείς ένα επισφαλές συμπέρασμα από ελλιπή στοιχεία είναι ριψοκίνδυνο.
It's easy to make a precarious inference when facts are misunderstood.
Είναι εύκολο να κάνουμε ένα επισφαλές συμπέρασμα όταν τα γεγονότα παρερμηνεύονται.
With precarious inferences, we often navigate through uncertain waters.
Precarious προέρχεται από τη λατινική λέξη "precarius", που σημαίνει "προσευχόμενο", υποδηλώνοντας μια κατάσταση που εξαρτάται από τη μοίρα ή τις προσευχές. Inference προέρχεται από τη λατινική λέξη "inferre", που σημαίνει "να φέρνω μέσα", υπονοώντας τη διαδικασία της εξαγωγής συμπερασμάτων από δεδομένα ή πληροφορίες.
Συνώνυμα: - Precarious: unstable, uncertain, insecure - Inference: deduction, conclusion, reasoning
Αντώνυμα: - Precarious: stable, secure, certain - Inference: fact, certainty, proof
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της φράσης «precarious inference» και πώς αυτή χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Αγγλικών.