Το "preferential shop" αποτελείται από δύο λέξεις. Πιο συγκεκριμένα: - "preferential" - επίθετο - "shop" - υποκείμενο (ουσιαστικό)
Στη γλώσσα των Αγγλικών, η φράση "preferential shop" αναφέρεται σε ένα κατάστημα που προσφέρει ειδικά προνόμια ή εκπτώσεις σε συγκεκριμένες κατηγορίες πελατών, όπως μέλη προγραμμάτων επιβράβευσης ή πιστών καρτών. Χρησιμοποιείται συχνά στο πλαίσιο του εμπορίου και των πωλήσεων.
Η χρήση της φράσης είναι σχετικά συχνή και μπορεί να παρατηρηθεί τόσο σε γραπτό όσο και σε προφορικό λόγο, αν και πιο συχνά συναντάται στο πρώτο, καθώς σχετίζεται με τη διαφήμιση και τα μάρκετινγκ.
"Αυτή πάντα ψωνίζει στο προτιμησιακό κατάστημα για εκπτώσεις."
"The preferential shop offers members special deals."
"Το προτιμησιακό κατάστημα προσφέρει σε μέλη ειδικές προσφορές."
"Joining a club can give you access to preferential shops."
Η φράση "preferential shop" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, ωστόσο παρακάτω υπάρχουν κάποιες προτάσεις που χρήζουν εξέτασης:
"Τα ψώνια σε ένα προτιμησιακό κατάστημα μπορούν να σας εξοικονομήσουν πολλά χρήματα."
"Many people prefer preferential shops for their loyalty programs."
"Πολλοί άνθρωποι προτιμούν τα προτιμησιακά καταστήματα για τα προγράμματα επιβράβευσης."
"Visiting a preferential shop can enhance your shopping experience."
Η λέξη "preferential" προέρχεται από τη λέξη "prefer" που σημαίνει να προτιμάς κάτι, με την προσθήκη του επιθετικού καταλήγματος "-ial", που σημάνει "σχετικό με". Η λέξη "shop" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "sceoppa" που σημαίνει "διαφανής χώρο ή πωλητήριο".
Συνώνυμα: - Discount store (κατάστημα εκπτώσεων) - Loyalty shop (κατάστημα επιβράβευσης)
Αντώνυμα: - Regular shop (κανονικό κατάστημα) - Standard store (τυπικό κατάστημα)