"Pressure sensitive element" είναι ένα ουσιαστικό φράση.
/ˈprɛʃər ˈsɛnsɪtɪv ˈɛlɪmənt/
Το "pressure sensitive element" αναφέρεται σε ένα υλικό ή συσκευή που αλλάζει τις ιδιότητές της, όπως η ηλεκτρική αντίσταση, όταν υποβάλλεται σε πίεση. Χρησιμοποιείται συχνά στην τεχνολογία αισθητήρων, όπως στις οθόνες αφής, τους αισθητήρες πίεσης και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται και στις επιστημονικές και τεχνικές γλώσσες, αλλά είναι πιο συχνή σε γραπτές αναφορές και τεχνικές περιγραφές.
The pressure sensitive element in the device allows it to detect changes in force.
(Το στοιχείο που είναι ευαίσθητο στην πίεση στη συσκευή επιτρέπει να ανιχνεύει αλλαγές στη δύναμη.)
Engineers are developing new pressure sensitive elements for better accuracy in measurements.
(Οι μηχανικοί αναπτύσσουν νέα αντικείμενα που αντιδρούν στην πίεση για καλύτερη ακρίβεια στις μετρήσεις.)
Η φράση "pressure sensitive element" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε σαφείς ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε τεχνικά περιβάλλοντα. Ωστόσο, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε σχετικές εκφράσεις:
The pressure sensitive element acts as a safety feature in the system.
(Το στοιχείο που είναι ευαίσθητο στην πίεση λειτουργεί ως χαρακτηριστικό ασφάλειας στο σύστημα.)
When designing a new product, consider adding a pressure sensitive element for enhanced user interaction.
(Κατά το σχεδιασμό ενός νέου προϊόντος, σκεφτείτε να προσθέσετε ένα αντικείμενο που αντιδρά στην πίεση για καλύτερη αλληλεπίδραση με τον χρήστη.)
A faulty pressure sensitive element can lead to inaccurate data readings.
(Ένα ελαττωματικό στοιχείο που είναι ευαίσθητο στην πίεση μπορεί να οδηγήσει σε ανακριβείς αναγνώσεις δεδομένων.)
Η λέξη "pressure" προέρχεται από το λατινικό "pressura", που σημαίνει "πίεση", το "sensitive" προέρχεται από το λατινικό "sensitivus", που σημαίνει "ευαίσθητος", και το "element" προέρχεται από το ελληνικό "stoicheion", που σημαίνει "στοιχείο" ή "μορφή".
Συνώνυμα: - Strain gauge (αισθητήρας παραμόρφωσης) - Pressure transducer (μετατροπέας πίεσης)
Αντώνυμα: - Pressure insensitive (ανθεκτικό στην πίεση) - Rigid element (άκαμπτο στοιχείο)