priest-ridden είναι ένα επίθετο.
[ˈpriːstˈrɪdən]
Ο όρος priest-ridden αναφέρεται σε μια κατάσταση όπου κάποιος ή κάτι είναι υπό την επιρροή ή τον έλεγχο ιερέων, συνήθως με αρνητική ή περιοριστική έννοια. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει άτομα ή κοινωνίες που είναι υπερβολικά επηρεασμένα ή καταπιεσμένα από θρησκευτικούς κανόνες ή αποψάσεις.
Η λέξη χρησιμοποιείται σπανίως στις καθημερινές συνομιλίες και υπάρχει κυρίως σε γραπτά κείμενα, όπως λογοτεχνία ή ιστορικά κείμενα. Είναι πιο συνήθως σε γραπτό πλαίσιο.
Το χωριό ήταν καταδυναστευμένο από ιερείς και οι κάτοικοί του ακολουθούσαν κάθε εντολή του πνευματικού τους ηγέτη.
She felt trapped in a priest-ridden society that dictated her every action.
Ένιωθε παγιδευμένη σε μια κοινωνία που καταδυναστευόταν από ιερείς, η οποία καθόριζε κάθε της ενέργεια.
Many viewed the political system as priest-ridden, with religious authorities holding too much power.
Η λέξη priest-ridden δεν είναι κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα που να παρουσιαστεί η αρνητική επίδραση της θρησκείας. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα χρήσης:
Στο μυθιστόρημα, η πρωταγωνίστρια μάχεται ενάντια στις καταδυναστευμένες από ιερείς συμβατικότητες της πόλης της.
They often criticized the priest-ridden policies that limited personal freedoms.
Συχνά κατηγορούσαν τις καταδυναστευμένες από ιερείς πολιτικές που περιόριζαν τις προσωπικές ελευθερίες.
The young artist sought to break free from the priest-ridden expectations of his family.
Η λέξη priest-ridden προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων "priest" (ιερέας) και "ridden" (καταδυναστευμένος ή επηρεασμένος). Το "ridden" χρησιμοποιείται συνήθως σε συνδυασμούς για να δηλώσει ένα αρνητικό αντίκτυπο ή μια επιρροή.
Συνώνυμα: - θρησκευτικά επηρεασμένος - υπό την εξουσία ιερέων
Αντώνυμα: - ελεύθερος - ανεξάρτητος - κοσμικός