production airplane: Ουσιαστικό
/ prəˈdʌkʃən ˈeɪrpleɪn /
production airplane: αεροσκάφος παραγωγής
Η φράση production airplane αναφέρεται σε αεροσκάφη που παράγονται κατά σειρά, συνήθως από κατασκευαστές αεροσκαφών. Αυτά τα αεροσκάφη προορίζονται για εμπορική χρήση, μεταφορές ή στρατιωτικούς σκοπούς. Η φράση χρησιμοποιείται συχνά σε βιομηχανικούς και αεροπορικούς τομείς. Στη γλώσσα των αγγλικών, η χρήση της είναι πιο συχνή στα γραπτά κείμενα, όπως αναφορές και τεχνικά έγγραφα, παρά στον προφορικό λόγο.
Το αεροσκάφος παραγωγής παραδόθηκε νωρίτερα από το προγραμματισμένο.
Many engineers were involved in designing the new production airplane.
Πολλοί μηχανικοί συμμετείχαν στο σχεδιασμό του νέου αεροσκάφους παραγωγής.
The company announced a new model of production airplane.
Η φράση "production airplane" δεν είναι τυπικά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στην αγγλική γλώσσα, αλλά χρησιμοποιείται σε θεματικά πλαίσια που αφορούν τη βιομηχανία αεροσκαφών. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με την παραγωγή αεροσκαφών:
Το αεροσκάφος παραγωγής ήταν ένα καθοριστικό στοιχείο για τη βιομηχανία.
"Investing in a new production airplane may take years to pay off."
Η επένδυση σε ένα νέο αεροσκάφος παραγωγής μπορεί να απαιτήσει χρόνια για να αποδώσει καρπούς.
"Quality control is crucial in the production airplane process."
Ο έλεγχος ποιότητας είναι κρίσιμος στη διαδικασία παραγωγής αεροσκαφών.
"The production airplane facility is expanding to meet demand."
Η εγκατάσταση παραγωγής αεροσκαφών επεκτείνεται για να καλύψει τη ζήτηση.
"Safety regulations dictate the design of every production airplane."
Η λέξη "production" προέρχεται από τη λατινική "productio", που σημαίνει "παραγωγή". Η λέξη "airplane" προέρχεται από το γαλλικό "aéroplan", που είναι συνδυασμός των λέξεων "aéro" (αέρας) και "plan" (επίπεδο).
Συνώνυμα: - Aircraft (αεροσκάφος) - Plane (αεροπλάνο)
Αντώνυμα: - Ground vehicle (οχυρό όχημα) - Spacecraft (διαστημόπλοιο)