Προφητολόγος: Substantive (ουσιαστικό)
Διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /prəˈfɜːrt/
Η λέξη "profert" είναι νομικός όρος που χρησιμοποιείται στη νομική γλώσσα, ειδικά στα συμβόλαια και τις διαδικασίες δικαστικού δικαίου. Αναφέρεται στη διαδικασία υποβολής αποδείξεων ή ισχυρισμών σε δικαστήριο. Είναι λιγότερο συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο και εμφανίζεται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, όπως νομικά έγγραφα και διαδικασίες.
Ο δικηγόρος έκανε μια υποβολή των εγγράφων κατά τη διάρκεια της δίκης.
In court, a profert must be made to support a claim.
Η λέξη "profert" δεν είναι συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένα νομικά πλαίσια. Εδώ μερικές φράσεις που τη περιέχουν:
Να κάνεις υποβολή αποδείξεων στο δικαστήριο.
The profert of documents can change the direction of a case.
Η υποβολή εγγράφων μπορεί να αλλάξει τη κατεύθυνση μιας υπόθεσης.
A profert of a witness's testimony was essential.
Η λέξη "profert" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "proferre", που σημαίνει "να φέρεις μπροστά" ή "να υποβάλεις".
Συνώνυμα: - Submission - Presentation
Αντώνυμα: - Withdrawal - Retraction