prognathism: ουσιαστικό
[prɒɡˈnæθɪzəm]
Ο όρος prognathism αναφέρεται στην ανατομική κατάσταση όπου η κάτω γνάθος προεξέχει σε σχέση με την άνω γνάθο. Αυτή η κατάσταση μπορεί να έχει γενετική προέλευση ή να είναι αποτέλεσμα άλλων παραγόντων, όπως η ανάπτυξη ή η σκανδαληδίαση. Στη γλώσσα των αγγλόφωνων, ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στα ιατρικά και οδοντιατρικά συμφραζόμενα. Η χρήση του είναι πιο συχνή σε γραπτό κείμενο, όπως σε επιστημονικά άρθρα.
Ο προγναθισμός μπορεί να παρατηρηθεί σε ορισμένα είδη πρωτευόντων.
The patient was diagnosed with prognathism, leading to orthodontic treatment.
Ο ασθενής διαγνώστηκε με προγναθισμό, που οδήγησε σε ορθοδοντική θεραπεία.
Prognathism is a key factor in the study of human evolution.
Ο όρος prognathism δεν είναι ιδιαίτερα συχνά χρησιμοποιούμενος σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες ειδικές φράσεις στον τομέα της ιατρικής και της ανατομίας.
Ορισμένα ζώα παρουσιάζουν έναν βαθμό προγναθισμού που βοηθά στην επιβίωσή τους.
In anthropology, prognathism is a characteristic that can indicate evolutionary traits.
Στην ανθρωπολογία, ο προγναθισμός είναι ένα χαρακτηριστικό που μπορεί να υποδηλώνει εξελικτικά χαρακτηριστικά.
Prognathism is sometimes associated with specific genetic disorders.
Η λέξη prognathism προέρχεται από την ελληνική λέξη "προγνάθος" (prognathos), που σημαίνει "προχωρημένη γνάθος". Η σύνθεση είναι από το πρόθεμα "pro-" (προ, μπροστά) και το "gnathos" (γνάθος), υποδεικνύοντας την πρόβαση της κάτω γνάθου.
Συνώνυμα: - mandibular prognathism (μανδβυλικό προγναθισμό) - jaw prognathism (προγναθισμό της γνάθου)
Αντώνυμα: - retrognathism (οπισθογναθισμός) - κατάσταση όπου η κάτω γνάθος υποχωρεί σε σχέση με την άνω γνάθο.
Ο προγναθισμός είναι μια σημαντική ανατομική κατάσταση με συνέπειες για την οδοντιατρική και την ανθρωπολογία, και αν και δεν είναι ιδιωματικός όρος, είναι κρίσιμος στη μελέτη της ανατομίας και της εξέλιξης.