Η φράση "program-controlled machine" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈprɒɡræm kənˈtroʊld məˈʃiːn/
Η φράση "program-controlled machine" αναφέρεται σε μια μηχανή ή συσκευή που λειτουργεί με βάση ένα πρόγραμμα υπολογιστή ή λογισμικό. Αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει μηχανές που χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικές εφαρμογές, όπως CNC (Computer Numerical Control) μηχανές και αυτοματοποιημένα ρομπότ. Χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά και βιομηχανικά περιβάλλοντα.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο σε τεχνικά και βιομηχανικά κείμενα, αν και μπορεί να αναφερθεί και σε προφορικές συζητήσεις μεταξύ επαγγελματιών του κλάδου.
The production line utilized a program-controlled machine for greater efficiency.
(Η παραγωγική γραμμή χρησιμοποίησε μια μηχανή που ελέγχεται από πρόγραμμα για μεγαλύτερη αποδοτικότητα.)
Engineers are developing new features for program-controlled machines to enhance precision.
(Οι μηχανικοί αναπτύσσουν νέα χαρακτηριστικά για μηχανές που ελέγχονται από πρόγραμμα για να ενισχύσουν την ακρίβεια.)
A program-controlled machine can execute complex tasks with minimal human intervention.
(Μια μηχανή που ελέγχεται από πρόγραμμα μπορεί να εκτελεί σύνθετες εργασίες με ελάχιστη ανθρώπινη παρέμβαση.)
Η φράση "program-controlled machine" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η έννοια της μπορεί να ενσωματωθεί σε τεχνικές περιγραφές και χρήση.
"Because the program-controlled machine operates autonomously, it saves a lot of manual labor."
(Επειδή η μηχανή που ελέγχεται από πρόγραμμα λειτουργεί αυτόνομα, εξοικονομεί πολύ χειρωνακτικό έργο.)
"The accuracy of the product greatly depends on the settings of the program-controlled machine."
(Η ακρίβεια του προϊόντος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ρυθμίσεις της μηχανής που ελέγχεται από πρόγραμμα.)
"Training operators to effectively use program-controlled machines is essential for productivity."
(Η εκπαίδευση των χειριστών να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τις μηχανές που ελέγχονται από πρόγραμμα είναι ουσιώδης για την παραγωγικότητα.)
Η λέξη "program" προέρχεται από το ελληνικό "πρόγραμμα" (programa), που σημαίνει σχέδιο ή πρόγραμμα εργασίας. Ο όρος "controlled" προέρχεται από τη λατινική λέξη "tractare", που σημαίνει να οδηγώ ή να ελέγχω. Η λέξη "machine" προέρχεται από το ελληνικό "μηχανή", που αναφέρεται σε οποιοδήποτε εργαλείο ή συσκευή που επεμβαίνει.
Συνώνυμα: - Automated machine (αυτόματη μηχανή) - CNC machine (μηχανή CNC)
Αντώνυμα: - Manual machine (χειροκίνητη μηχανή) - Non-programmed device (μη προγραμματισμένη συσκευή)