Programming είναι ουσιαστικό.
/ˈprəʊɡræmɪŋ/
Η λέξη "programming" αναφέρεται στη διαδικασία δημιουργίας και σχεδίασης λογισμικού μέσω κωδικοποίησης σε διάφορες γλώσσες προγραμματισμού. Χρησιμοποιείται κυρίως στη γλώσσα των υπολογιστών και της πληροφορικής. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή και συναντάται κυρίως σε τεχνικά, επιστημονικά και εκπαιδευτικά κείμενα, ενώ παρατηρείται και στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με την τεχνολογία.
Programming is a skill that is increasingly in demand.
Ο προγραμματισμός είναι μια ικανότητα που ζητείται ολοένα και περισσότερο.
Many students are interested in learning programming languages.
Πολλοί φοιτητές ενδιαφέρονται να μάθουν γλώσσες προγραμματισμού.
The programming for the new software took several months.
Ο προγραμματισμός για το νέο λογισμικό πήρε αρκετούς μήνες.
Programming on the fly
This expression refers to writing code spontaneously without prior planning.
Ο προγραμματισμός εν κινήσει αναφέρεται στη συγγραφή κώδικα αυθόρμητα χωρίς προηγούμενο σχεδιασμό.
Example: "He was programming on the fly to solve the issue during the meeting."
Ήταν προγραμματιστής εν κινήσει για να λύσει το πρόβλημα κατά τη διάρκεια της συνάντησης.
Good programming practices
This phrase refers to the established techniques and principles that lead to reliable software development.
Καλοί προγραμματιστικοί κανόνες αναφέρεται στις καθιερωμένες τεχνικές και αρχές που οδηγούν στην αξιόπιστη ανάπτυξη λογισμικού.
Example: "Following good programming practices can save time in the long run."
Η τήρηση καλών προγραμματιστικών κανόνων μπορεί να εξοικονομήσει χρόνο στο μέλλον.
Outsource programming
This term describes the practice of hiring external developers to handle programming tasks.
Εξωτερικός προγραμματισμός περιγράφει την πρακτική της πρόσληψης εξωτερικών προγραμματιστών για την ανάληψη προγραμματιστικών εργασιών.
Example: "Many companies choose to outsource programming to save costs."
Πολλές εταιρείες επιλέγουν να εξωτερικεύσουν τον προγραμματισμό για να μειώσουν τα κόστη.
Η λέξη "programming" προέρχεται από το γαλλικό "programme" (πρόγραμμα) και το ελληνικό "γραμμα" (γράμμα, κείμενο). Χρησιμοποιείται στα αγγλικά από τον 20ο αιώνα και αρχικά αναφερόταν στη διαδικασία του προγραμματισμού γραφικών οδηγιών για τους υπολογιστές.
Συνώνυμα:
- coding
- software development
- scripting
Αντώνυμα:
- unprogrammed
- randomization
- disarray
Ελπίζω οι πληροφορίες αυτές να σας φανούν χρήσιμες!