Prolegomenon είναι ουσιαστικό.
/pɹoʊlɛˈɡɛmən/
Η λέξη prolegomenon προέρχεται από τα ελληνικά και σημαίνει «προοίμιο» ή «εισαγωγή». Χρησιμοποιείται συχνά για να αναφερθεί σε μια εισαγωγή ή προοίμιο ενός έργου, όπου τίθενται οι βασικές έννοιες, οι αρχές ή τα θεμελιώδη ερωτήματα που θα εξεταστούν στο κύριο κείμενο. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό λόγο, κυρίως σε ακαδημαϊκά και επιστημονικά συμφραζόμενα.
Το προλεγόμενο του βιβλίου παρέχει ουσιαστικό πλαίσιο για την κατανόηση των επιχειρημάτων του συγγραφέα.
In her essay, she includes a detailed prolegomenon that outlines the main themes.
Στο δοκίμιο της, περιλαμβάνει ένα λεπτομερές προλεγόμενο που περιγράφει τα κύρια θέματα.
The professor emphasized the importance of reading the prolegomenon before diving into the text itself.
Η λέξη prolegomenon δεν είναι συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά συνδέεται με έννοιες που εξετάζουν το προοίμιο ή τις βάσεις της γνώσης.
Το προλεγόμενο θέτει τα θεμέλια για ολόκληρη τη συζήτηση.
"Understanding the prolegomenon is key to grasping the concepts presented later."
Η κατανόηση του προλεγόμενου είναι το κλειδί για την κατανόηση των εννοιών που παρουσιάζονται αργότερα.
"A good prolegomenon can prevent misunderstandings down the line."
Η λέξη προέρχεται από τα ελληνικά: "προ" (πριν) + "λόγος" (λόγος, σκέψη). Χρησιμοποιείται κυρίως σε ακαδημαϊκά συμφραζόμενα και φιλοσοφικές συζητήσεις.
Αυτή είναι η ανάλυση της λέξης prolegomenon.