Το "propelling engine" είναι ένα ουσιαστικό σύνθετο.
/prəˈpɛlɪŋ ˈɛnʤɪn/
Η φράση "propelling engine" αναφέρεται σε έναν κινητήρα που χρησιμοποιείται για να παρέχει κίνηση και ικανότητα προώθησης, συχνά σε μεταφορικά μέσα όπως πλοία, αεροπλάνα ή αυτοκίνητα. Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά στη μηχανολογία και τα μέσα μεταφοράς.
Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα που σχετίζονται με τη μηχανική και τους κινητήρες. Αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικό λόγο, η συχνότητα χρήσης είναι μεγαλύτερη σε γραπτά κείμενα.
Ο κινητήρας πρόωσης του πλοίου χρειάζεται τακτική συντήρηση για να εξασφαλίσει απόδοση.
Engineers designed a new propelling engine for the upcoming space mission.
Οι μηχανικοί σχεδίασαν έναν νέο κινητήρα πρόωσης για την επερχόμενη διαστημική αποστολή.
The propelling engine plays a crucial role in the speed of the aircraft.
Η φράση "propelling engine" δεν είναι συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να εμπλεχθεί σε πιο τεχνικές ή βιομηχανικές αναφορές. Ορισμένα παραδείγματα περιλαμβάνουν:
«Ο κινητήρας πρόωσης που κινεί την καινοτομία στην τεχνολογία.»
“The propelling engine of progress is often driven by collaboration.”
«Ο κινητήρας πρόωσης της προόδου συχνά οδηγείται από τη συνεργασία.»
“In the realm of robotics, the propelling engine is essential for movement.”
Ο όρος "propelling" προέρχεται από το ρήμα "propel", που σημαίνει "να ωθείς μπροστά", και έχει λατινικές ρίζες από τη λέξη "propellere," που σημαίνει «να απωθήσεις». Ο "engine" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "engin," που σημαίνει «μηχανή ή εργαλείο» και έχει ρίζες στο λατινικό "ingenium," που σημαίνει «ταλέντο ή έμπνευση».
Συνώνυμα: - Δύναμη πρόωσης - Κινητήρας ώθησης
Αντώνυμα: - Στατικός κινητήρας - Κινητήρας αντεπίθεσης (μη προωθητικός)
Η φράση "propelling engine" προσφέρει μια καθαρή εικόνα για το πώς οι κινητήρες λειτουργούν για να παρέχουν κίνηση και προώθηση, ιδιαίτερα σε τεχνικά πλαίσια και σε κείμενα επιστημονικού χαρακτήρα.