Ουσιαστικό
/pˈsjuːdəˌkɔɪlɪd/
Το "pseudocolloid" αναφέρεται σε μια ουσία που μοιάζει με ένα κολλοειδές, αλλά δεν έχει τις ίδιες ιδιότητες ή σύνθεση με ένα πραγματικό κολλοειδές. Συνήθως χρησιμοποιείται σε επιστημονικά και ιατρικά συμφραζόμενα, όπως στη χημεία και τη βιολογία. Η λέξη σπάνια χρησιμοποιείται στην καθημερινή ομιλία, ωστόσο μπορεί να εμφανιστεί σε γραπτές επιστημονικές εργασίες ή άρθρα.
Η λέξη "pseudocolloid" δεν είναι κοινή στην καθημερινή γλώσσα και χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε ακαδημαϊκά ή επιστημονικά κείμενα.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν έναν νέο τύπο ψευδοκολλοειδούς που συμπεριφερόταν διαφορετικά από τα παραδοσιακά κολλοειδή.
In the laboratory, we tested the properties of the pseudocolloid under various conditions.
Η λέξη "pseudocolloid" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, λόγω της εξειδικευμένης φύσης της. Ωστόσο, σε επιστημονικές συζητήσεις, μπορεί να συνδυαστεί με άλλες έννοιες. Παρ' όλα αυτά, παρακάτω παρουσιάζονται προτάσεις που δείχνουν πώς μπορεί να ενσωματωθεί σε συζητήσεις:
Η κατανόηση των ιδιοτήτων των ψευδοκολλοειδών είναι κρίσιμη στον τομέα της νανοτεχνολογίας.
The behavior of a pseudocolloid can provide insights into new drug delivery systems.
Η συμπεριφορά ενός ψευδοκολλοειδούς μπορεί να προσφέρει πληροφορίες για νέα συστήματα χορήγησης φαρμάκων.
Researchers are studying the interactions between pseudocolloids and biological systems.
Η λέξη "pseudocolloid" προέρχεται από το ελληνικό "pseudon", που σημαίνει "ψευδές" και το "colloid", που προέρχεται από το ελληνικό "kolla" που σημαίνει "κόλλα" και υποδηλώνει μια κατάσταση με μείγμα σωματιδίων διασπαρμένων σε ένα υγρό ή αέριο.
Συνώνυμα: - Κολλοειδές (σε ορισμένα συμφραζόμενα)
Αντώνυμα: - Στερεό (σε ορισμένα συμφραζόμενα) - Υγρό (σε ορισμένα συμφραζόμενα)
Η λέξη "pseudocolloid" χρησιμοποιείται περιορισμένα και κυρίως σε επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα.