Το "psychologic stress" αναφέρεται σε καταστάσεις ή συναισθηματικές πιέσεις που προέρχονται από ψυχολογικούς παράγοντες, όπως άγχη, ανησυχίες ή συναισθηματικές δυσκολίες. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει τις πιέσεις που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στη ζωή τους, επηρεάζοντας την ψυχική και σωματική τους ευεξία. Η χρήση του είναι αρκετά συχνή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, συχνά σε κλινικά ή ψυχολογικά συμφραζόμενα.
Ο φοιτητής βιώνει ψυχολογικό στρες λόγω της πίεσης για τις εξετάσεις.
Long-term psychologic stress can lead to serious health issues.
Το "psychologic stress" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που αφορούν την ψυχική ευεξία και την πίεση.
Είναι κάτω από πολύ ψυχολογικό στρες, ειδικά με τις προθεσμίες να πλησιάζουν.
Managing psychologic stress is key to maintaining good mental health.
Η διαχείριση του ψυχολογικού στρες είναι το κλειδί για τη διατήρηση καλής ψυχικής υγείας.
After the breakup, she was overwhelmed by psychologic stress.
Μετά τον χωρισμό, ήταν καταβεβλημένη από το ψυχολογικό στρες.
The therapy helped him cope with his psychologic stress.
Η λέξη "psychologic" προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις "psyche" (ψυχή) και "logos" (λόγος ή μελέτη), ενώ η λέξη "stress" έχει λατινικές ρίζες που σχετίζονται με την έννοια της πίεσης ή της έντασης.