Ψυχομετρητής (Psychometer) είναι ουσιαστικό.
/saɪˈkɒmətər/
Ο ψυχομετρητής ή ψυχομετρικός συσκευαστής αναφέρεται σε κάποιον ή κάτι που χρησιμοποιείται για την μέτρηση ψυχικών ή συναισθηματικών προτύπων και καταστάσεων. Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και ψυχολογικά συμφραζόμενα. Στον αγγλόφωνο κόσμο, η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά περιορισμένη και επικεντρώνεται κυρίως σε γραπτά κείμενα παρά σε προφορικές συνομιλίες.
The psychometer can help identify emotional responses to various stimuli.
Ο ψυχομετρητής μπορεί να βοηθήσει στην αναγνώριση συναισθηματικών αντιδράσεων σε διάφορους προκλητές.
Researchers are developing a new psychometer to measure stress levels in real-time.
Οι ερευνητές αναπτύσσουν έναν νέο ψυχομετρητή για να μετρούν τα επίπεδα άγχους σε πραγματικό χρόνο.
Using a psychometer, the therapist analyzed the client's reactions during the session.
Χρησιμοποιώντας έναν ψυχομετρητή, ο θεραπευτής ανάλυσε τις αντιδράσεις του πελάτη κατά τη διάρκεια της συνεδρίας.
Η λέξη "psychometer" δεν έχει πολλές γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να σχετίζεται με μερικές φράσεις στον ψυχολογικό τομέα:
"The psychometer is a gateway to understanding deeper emotions."
Ο ψυχομετρητής είναι μια πύλη για την κατανόηση βαθύτερων συναισθημάτων.
"In therapy, the psychometer revealed hidden anxieties."
Στη θεραπεία, ο ψυχομετρητής αποκάλυψε κρυφές ανησυχίες.
"Utilizing a psychometer can enhance the therapeutic process."
Η χρήση ενός ψυχομετρητή μπορεί να ενισχύσει τη θεραπευτική διαδικασία.
"The results from the psychometer provided valuable insights into the client's psyche."
Τα αποτελέσματα από τον ψυχομετρητή παρείχαν πολύτιμες πληροφορίες για την ψυχή του πελάτη.
Η λέξη "psychometer" προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις "psyche" (ψυχή) και "metron" (μέτρο), υποδηλώνοντας τη μέτρηση της ψυχής ή των ψυχικών λειτουργιών.
Συνώνυμα: - ψυχογραφικός - ψυχομετρικός
Αντώνυμα: - καμία άμεσα σχετική αντώνυμη λέξη, δεδομένου ότι δεν υπάρχει αντίθεση στη μέτρηση ψυχικών καταστάσεων.