Φράση/ιατρικός όρος.
/pjuːbɪk ˈreɪmaɪ ˈfræŋkʧər/
Ο όρος "pubic rami fracture" αναφέρεται σε έναν τύπο κατάγματος που συμβαίνει στα οστά του πυέλου, συγκεκριμένα στους δημόσιους ραμούς, τα οποία είναι συμμετρικά οστά που συνδέουν το κάτω μέρος της λεκάνης με το κόκαλο του ισχίου. Αυτά τα κατάγματα συχνά συμβαίνουν ως αποτέλεσμα πτώσεων ή ατυχημάτων που ασκούν έντονη πίεση στην κοιλιά ή στο κάτω μέρος του σώματος. Συνήθως, οι ιατροί εξετάζουν την κατάσταση του ασθενή και μελετούν την ιστορία του τραυματισμού για να καθορίσουν την κατάλληλη θεραπεία.
Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στο ιατρικό πλαίσιο και σπάνια σε καθημερινές συζητήσεις. Η χρήση του είναι πολύ κοινή σε ιατρικές αναφορές, ερευνητικά άρθρα και ιατρικές εκθέσεις.
The patient came in with a pubic rami fracture after the bicycle accident.
(Ο ασθενής ήρθε με κάταγμα σε δημόσιους ραμείς μετά από το ατύχημα με το ποδήλατο.)
Treatment for a pubic rami fracture often includes rest and physical therapy.
(Η θεραπεία για ένα κάταγμα στους δημόσιους ραμείς συχνά περιλαμβάνει ξεκούραση και φυσιοθεραπεία.)
A pubic rami fracture can sometimes cause significant pain and difficulty walking.
(Ένα κάταγμα στους δημόσιους ραμείς μπορεί μερικές φορές να προκαλέσει σημαντικό πόνο και δυσκολία στο βάδισμα.)
Ο όρος "pubic rami fracture" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς ανήκει σε ιατρικό λεξιλόγιο. Παρόλα αυτά, μπορούμε να αναφέρουμε κάποιες εκφράσεις σχετικές με τραυματισμούς.
"Better safe than sorry, especially with a pubic rami fracture."
(Καλύτερα ασφαλής παρά λυπημένος, ειδικά με ένα κάταγμα δημόσιων ραμώς.)
"After a fall, he experienced considerable pain, suggesting a possible pubic rami fracture."
(Μετά από μια πτώση, αισθάνθηκε σημαντικό πόνο, υποδεικνύοντας ένα πιθανό κάταγμα στους δημόσιους ραμείς.)
Η λέξη "pubic" προέρχεται από τη λατινική λέξη "pubes", που σημαίνει "δημόσια". Η λέξη "rami" είναι ο πληθυντικός του "ramus" από τα λατινικά, που σημαίνει "κλαδί" ή "κλάδος", αναφερόμενος στους ίδιους τους δημοσίους ραμούς. Το "fracture" προέρχεται από τη λατινική λέξη "fractura", που σημαίνει "σπάσιμο".
Συνώνυμα: - Pelvic fracture (κάταγμα πυέλου) - Hip fracture (κάταγμα ισχίου, αν και αυτό αναφέρεται συνήθως σε άλλη περιοχή)
Αντώνυμα: - Intact (άθικτο) - Whole (ολόκληρο)